(Λουκ. ΙΕ΄, 11-32)
Ο Κύριος Ιησούς Χριστός, την εποχή της ένσαρκης Παρουσίας Του, δίδασκε με παραβολές. Οι παραβολές παρουσιάζουν στον άνθρωπο καταστάσεις καθημερινές σ’ αυτόν, εξωτερικά απλές. Καθημερινά γεγονότα αποτελούν το περιεχόμενό τους. Ο άνθρωπος, που τις ακούει, μπορεί να παραμείνει στην επιφάνεια ή να εισχωρήσει στο βάθος των εννοιών, προσπαθώντας ν’ ανακαλύψει την Κεντρική και ουσιαστική Διδαχή. Οι αλληγορικές εικόνες τους ταυτόχρονα αποκαλύπτουν, αλλά και αποκρύπτουν από τον πνευματικά ανώριμο την Αλήθεια, αποφεύγοντας έτσι την παραποίηση και διαστρέβλωσή της.
Ο Κύριος διάλεξε αυτόν τον τρόπο διδαχής, γιατί αποτεινόταν σε πολυπληθές ακροατήριο, διαφορετικής εξέλιξης και πνευματικής στάθμης. Επίσης ο άνθρωπος της εποχής εκείνης δεν μπορούσε να κατανοήσει τους σύνθετους λογισμούς και τις αφηρημένες Πνευματικές ιδέες, ούτε να τις αναλύσει με τον κατάλληλο τρόπο. Ο νους του εστερείτο της ελικτικής, ερευνητικής και διεισδυτικής ικανότητας, που του προσέδωσε η εξέλιξη των επιστημών και η τεχνολογική πρόοδος. Οι ορίζοντές του ήταν περιορισμένοι σε στενά πλαίσια. Οι γνώσεις του πλήθους προέρχονταν, ως επί το πλείστον, από πείρα και εμπειρίες προσωπικές, από διηγήσεις περιστατικών και από αντιμετώπιση θεμάτων της γήινης ζωής. Η τυπολατρία κυριαρχούσε και καμιά Πνευματική ενατένιση δεν υπήρχε.
Ο Κύριος ήρθε να κάνει μια βαθιά τομή. Να θέσει τις πρώτες βάσεις μιας Πνευματικής Ζωής, αφήνοντας ταυτόχρονα και διδασκαλίες, που θα βοηθούσαν τον άνθρωπο στα στάδια της εξέλιξης και ανόδου του. Η Θεία Πανσοφία Του, για να πραγματοποιήσει αυτή την τομή, χρησιμοποίησε τις παραβολές, που εξηγούν με τον πιο τέλειο τρόπο τα Απόκρυφα του Ουρανού με ιστορίες της γης. Ο απλός λαός από αυτές συγκράτησε, αντιλήφθηκε και εφάρμοσε τις βασικές αρχές, που διαμορφώνουν μια ανθρώπινη Κοινωνία. Οι πιο εξελιγμένοι προχώρησαν πιο βαθιά και κατανόησαν και επιμέρους αξίες και εντολές. Οι Αναλλοίωτες όμως Αλήθειες παρέμειναν καλυμμένες από τις λέξεις, περιμένοντας την ώρα, που το ανθρώπινο πνεύμα, καλλιεργημένο από τις συνεχείς καταβάσεις του στην ύλη, θα ήταν έτοιμο να τις δεχτεί.
Στη σημερινή εποχή ο άνθρωπος μπορεί να συλλάβει Πνευματικές έννοιες. Οι γνώσεις και οι χιλιάδες θεωρίες, που υπάρχουν, έχουν διευρύνει τους ορίζοντές του και τον έχουν βοηθήσει στην ανάπτυξη του νου του. Απομένει να πετάξει τα όρια, που ο ίδιος θέτει στον εαυτό του, για να μπορέσει ελεύθερα να ερευνήσει, ελεύθερα να κρίνει και ν’ ανακαλύψει την πραγματική Αλήθεια. Πρέπει να επιθυμήσει την ενσυνείδητη πίστη, παραμερίζοντας την τυφλή, η οποία ανήκει σε περασμένη εποχή. Ο σύγχρονος άνθρωπος καλείται να παρευρεθεί σε αποκαλύψεις, που θα του φανερώσουν το Μυστήριο της Ζωής. Δεν επιτρέπεται να τις απωθήσει, εγκλωβισμένος στις αντιλήψεις του. Είναι η εποχή, που οι λέξεις παραμερίζουν και αφήνουν να φανεί το Μεγαλείο και η Τελειότητα της Θείας Διδαχής, οι Θείοι Νόμοι, που διέπουν τα Σύμπαντα.
Στην παραβολή του Ασώτου Υιού, ο Κύριος περιγράφει τη συμπεριφορά ενός άφρονος και επιπόλαιου γιου, την απομάκρυνσή του από το πατρικό σπίτι, την επιστροφή του σ’ αυτό και την αντιμετώπισή του από τον πατέρα και τον αδελφό του. Η γραμματική ερμηνεία της παραβολής είναι σε όλους γνωστή και υπάρχει γραμμένη, καθώς και η πρώτη εννοιολογική προσέγγισή της. Απομένει η σωστή, Πνευματική, βαθύτερη ερμηνεία της, που θ’ αποκαλύψει την εσωτερική ουσία της και το σκοπό της.
Οι δύο γιοι της παραβολής είναι τα δύο διαμερίσματα της ψυχής ή συνείδησης. Ο γιος που παρέμεινε στο πατρικό σπίτι είναι η φιλόθρησκος ή ηθική φύση, ενώ ο γιος που έφυγε είναι η ανθρώπινη φύση της ψυχής.
Στην ανθρώπινη φύση της ψυχής υπάγονται όλα τα ελαττώματα, τα πάθη, οι ορέξεις και οι γήινες επιθυμίες, που την ωθούν να αποκοπεί, να απομακρυνθεί από την Πηγή της εκπόρευσης, από το Θεό – Πατέρα. Ο άνθρωπος που την ακολουθεί απαρνείται την Καταγωγή του και προτιμά να ζήσει στον υλικό κόσμο (χώρα μακρινή) των παροδικών καταστάσεων και των άσκοπων αναζητήσεων. Η συνείδησή του χάνει την επαφή με την Πνευματική Αρχή της. Η εθελούσια απομάκρυνσή της στερεί απ’ αυτήν την ικανότητα να λαμβάνει Πνευματική Καθοδήγηση. Η ψυχή χωρίς την Πνευματική πυξίδα, που της δείχνει το δρόμο, χάνεται μέσα σε σκοτεινές παρόδους, αναζητώντας τη σωτηρία. Παρόλο που περιέχει εντός της σε Σπερματική Καταβολή όλες τις Θείες Δυνάμεις, δεν μπορεί να τις κατευθύνει και να τις εκδηλώσει, ώστε να συντείνουν στην Πνευματική της καλλιέργεια.
Ο Θεός – Πατέρας, η Άπειρη Αγάπη, δεν εξαιρεί κανέναν από την πολύτιμη δωρεά Του. Μέσα στον κάθε άνθρωπο υπάρχει η Πνοή Του. Είναι το Πνεύμα, ο Θείος Σπινθήρας, που προσδίδει στο ανθρώπινο κορμί τη δύναμη και την ενεργητικότητα. Είναι η ώθηση, που βοηθά τον άνθρωπο να βρει τον προορισμό του. Είναι το δείγμα, που του επικυρώνει το σίγουρο τέλος του δύσκολου αγώνα του. Γύρω από το Πνεύμα υπάρχει η ψυχή. Και ενώ το Πνεύμα είναι ατόφια, καθαρή Θεία Ουσία, στην ψυχή εισχωρούν όλες οι έλξεις, όλες οι προσκολλήσεις και τα ελαττώματα, που σχηματίζουν την πλαστή, εξωτερική προσωπικότητα κάθε ατόμου. Όταν η ψυχή περιέχει πολλά υλικά στοιχεία, τότε το Πνεύμα ασφυκτιά, η λάμψη του μικραίνει και η φωνή του αδυνατεί να οδηγήσει τον άνθρωπο. Το Άυλο περιορίζεται, γιατί δεν βρίσκει χώρο για να εξαπλωθεί. Η πολύτιμη δωρεά του Θεού – Πατέρα σκεπάζεται από το βαρύ φορτίο της ύλης. Όμως ο σκοπός αυτής της δωρεάς δεν είναι να θαφτεί από τον άνθρωπο. Του δόθηκε για να την αναπτύξει, να την εξωτερικεύσει, να βοηθήσει μ’ αυτήν τον εαυτό του και τους συνανθρώπους του. Δεν έχει δικαίωμα να την οικειοποιείται και ν’ αντλεί ενέργεια για να την καταναλώνει σε ευτελείς πράξεις. Η υποχρέωση που έχει αναλάβει απέναντι στην ανθρωπότητα, γιατί καθένας έχει αναλάβει μια μικρή ή μεγάλη υποχρέωση, απαιτεί την εκπλήρωσή της. Εφόσον αρνείται τα καθήκοντά του, οι Θείοι Νόμοι, που επιδιώκουν πάντα να αποκαταστήσουν την ισορροπία, του τα υπενθυμίζουν.
Ο άνθρωπος είναι απαραίτητο να επιστρέψει στη σωστή οδό. Η χαμένη ψυχή του πρέπει να πετάξει όλα τα υλικά της στοιχεία και ν’ αφήσει το Πνεύμα να την καλύψει και να τη μετουσιώσει. Οι λαθεμένες κινήσεις του, «διεσκόρπισε την ουσίαν αυτού ζων ασώτως», τον επιβαρύνουν, όμως ο Πατέρας – Θεός, που επιθυμεί να δεχτεί στους Θείους Κόλπους Του όλα τα δημιουργήματά Του, δεν τον παραμελεί. Οι Νόμοι που θέσπισε, φροντίζουν για τη διδαχή και επαναστροφή του. Ο άνθρωπος αντιτίθεται στην Αρμονία. Γι’ αυτό αναλώνεται, χωρίς τίποτα να κερδίζει. Η ψυχή του προσκολλάται στην ύλη. Γι’ αυτό αποδυναμώνεται και δεν μπορεί να τον κατευθύνει. Πουθενά δεν βρίσκει γαλήνη και ευτυχία. Η ηρεμία και η ανακούφιση είναι συναισθήματα άγνωστα σ’ αυτήν. Επιζητεί τροφοδοσία από κατώτερες πηγές, «κεράτια», χωρίς όμως να τη βρίσκει. Η δυστυχία την καλύπτει και η απώλεια των δυνάμεων τη χαρακτηρίζει.
Μία εξωτερική ανασκόπηση και μελέτη των πραγμάτων θα οδηγούσε ίσως στο συμπέρασμα ενός Θεού αντιφατικού, που ενώ είναι Αγάπη, εκδικείται και τιμωρεί. Όμως εδώ είναι το μεγάλο λάθος, ο Θεός αγαπά και ελεεί. Και η δυστυχία, απόρροια της Άπειρης Αγάπης Του είναι. Γιατί αυτό που ο άνθρωπος ονομάζει δυστυχία, προετοιμάζει και σπαργανώνει την Αιώνια Ευτυχία. Πώς αλλιώς η ψυχή θα κατανοούσε το τρομερό της σφάλμα; Πώς αλλιώς ο άνθρωπος θα καταλάβαινε την αποτυχημένη εκλογή και διευθέτηση των ευθυνών του; Ο άνθρωπος πρέπει ελεύθερα να διαλέξει το δρόμο του. Πρέπει όμως να γνωρίζει τις συνέπειες, το αποτέλεσμα και το τέλος του κάθε δρόμου. Η δυστυχία είναι ο κότινος της φθαρτής υλικής πορείας, αλλά είναι και η σωτήρια κατάσταση, που μεταστρέφει την ψυχή και νουθετεί τον άνθρωπο. Μέσα από αυτήν ο άνθρωπος επιζητά το Θεό, μιλά με το Θεό, αισθάνεται το Θεό. Ικετεύει το Έλεός Του και κινεί το Νόμο του Ελέους, που βρίσκεται υπεράνω όλων των Νόμων και προστρέχει για βοήθεια στον κάθε άνθρωπο. Η ψυχή συναισθάνεται το βεβαρυμένο μητρώο της και η μετάνοια επέρχεται σ’ αυτήν. Ο άνθρωπος διακατέχεται από τον πόθο για λύτρωση, δονείται από τύψεις και επιθυμεί με πάθος την επιστροφή του στην Πατρική Ουράνια Κατοικία.
Η μετάνοια είναι η μόνη δίοδος, που επαναφέρει τον άνθρωπο των σφαλμάτων και της ύλης κοντά στον Παγκόσμιο, Πνευματικό, Πραγματικό Πατέρα του. Δεν αρκείται σε μία τυπική εξομολόγηση και μία επιφανειακή ταραχή της ανθρώπινης συνείδησης. Είναι ένας κραδασμός, που ξεκινά από τα βάθη της ψυχής και συγκλονίζει τον άνθρωπο. Είναι πυρ, που ορμητικά κατευθύνεται να κατακαύσει κάθε στοιχείο, που αδυνατεί να μεταβληθεί σε Ουσία Θεϊκή, που δεν μπορεί να λάβει μέρος στη συγκρότηση του Πνευματικού Ανθρώπου. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη μετάνοια είναι η συγχώρεση. Ο άνθρωπος πρέπει πρώτα να συγχωρήσει όλους αυτούς που τον πίκραναν, που χάραξαν και δημιούργησαν μέσα του μια δυσάρεστη εμπειρία. Πρέπει να διαγράψει και να διώξει από την εσωτερική του υπόσταση το μίσος, την κακία, το συμφέρον, τη δολιότητα, και να τη συντονίσει, όσο το δυνατόν, με τη Θεία Αγάπη. Αν πρώτα εκείνος δεν επιδείξει έλεος, δεν έχει δικαίωμα να το επιζητήσει. Δεν μπορεί να καρπούται και να απολαμβάνει πράγματα, που δεν έχει καμιά διάθεση να προσφέρει.
Με ποιον τρόπο όμως ο άνθρωπος πραγματικά μετανοεί; Ποιες είναι οι ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβεί, για να κάνει φανερή την αλλαγή του; Πρέπει ν’ αφήσει την υπόστασή του γυμνή μπροστά στο Θεό. Να σταματήσει να κρύβεται απ’ Αυτόν, γιατί είτε έτσι είτε αλλιώς, συνεχώς τον παρακολουθεί. Ο Θεός δεν κρατά σημειώσεις για τα λάθη των ανθρώπων, δεν έχει επιτελείο, που να ασχολείται με την παρακολούθηση της γης. Ο άνθρωπος μόνος του καταγράφει πάνω του κάθε κίνηση. Οι σκέψεις του, τα συναισθήματά του, οι λόγοι του, οι πράξεις του, παράγουν ενέργεια θετική ή αρνητική, που τον περιβάλλει σαν Φως ή σαν σκοτάδι. Ολόκληρη η γη καλύπτεται από νέφη, που προέρχονται και δημιουργούνται από τον άνθρωπο. Ο Θεός κάθε στιγμή γνωρίζει την εξέλιξη της ανθρωπότητας σαν σύνολο, αλλά και κάθε ατόμου ξεχωριστά. Ξέρει την πρόοδο του πλανήτη γη, χωρίς να καταβάλλει καμιά προσπάθεια. Επομένως ποιος ο λόγος να προσπαθεί ο άνθρωπος να αποφύγει τον έλεγχο του Θεού; Αφού αυτό είναι αδύνατον! Δεν είναι καλύτερο και σύμφωνο με την ωφέλειά του να παραθέτει τα λάθη του στην Αγαθότητά Του και να ζητά τη βοήθειά Του, για να τα ξεπεράσει; Μόνον όταν κατανοήσει και νιώσει τη συνεχή Επιστασία του Θεού, που αποσκοπεί στη δική του άνοδο, μπορεί πραγματικά και ουσιαστικά να μετανοήσει.
Τότε ο άνθρωπος εξομολογείται στο Θεό απευθείας. Χωρίς μεσάζοντες, χωρίς άλλους, που θα μεταφέρουν τη δική του φωνή, τη δική του έκκληση. Προσεύχεται, ανυψώνει το πνεύμα και την ψυχή του και επανασυνδέει την επαφή μαζί Του. Του μιλάει με τον τρόπο, που το παραστρατημένο παιδί προσεγγίζει τον πατέρα του. Υπόσχεται σ’ Αυτόν ότι, σαν συνέπεια της μετανοίας του, αποφασίζει να επανορθώσει και να αφιερώσει τη ζωή του στην καλλιέργεια του εαυτού του και στη βοήθεια των άλλων. Να εντρυφήσει και να εγκολπωθεί την Αγάπη και το Έλεος. Η υπόσχεσή του αυτή δεν πρέπει να είναι απλά λόγια των χειλιών. Έμπρακτα κάθε λόγος του θα αποδειχθεί και θα αποκτήσει κύρος. Η παραπέρα ζωή του πρέπει να είναι μια ασταμάτητη προσπάθεια εφαρμογής των λόγων του. Καθημερινά θα μεταλλάσσει τον εαυτό του. Θα εξυψώνει τις σκέψεις του, τα συναισθήματά του, τις χειρονομίες του, τους λόγους του και οποιαδήποτε ενέργεια και εκδήλωσή του. Καθημερινά θα υποβάλλει τον εαυτό του σε καθάρσεις, ως το βάθος του «είναι» του. Θα γκρεμίζει και θα χτίζει πάλι, χρησιμοποιώντας Αιώνια υλικά και οικοδομώντας πάνω στη σταθερή βάση του Θείου Σπινθήρα του το Ναό της ψυχής του.
Μόλις ο άνθρωπος υποσχεθεί στον Πατέρα και Τον πλησιάσει, δέχεται την ανυψωτική θωπεία του Ελέους Του, που η Ατελεύτητη Αγάπη Του διαμοιράζει παντού, χωρίς να καταμετρά και να υπολογίζει. Η συνείδηση ξανασυνδέεται με την Αρχή της. Ο Θεός αγκαλιάζει τον άνθρωπο και τον υποβαστάζει στην πρώτη αναρριχητική του επιχείρηση. Όσο περισσότερο ακολουθεί τους Νόμους και καταδεικνύει τη μεταστροφή του, τόσο περισσότερο έλκει το Έλεος. Και όταν μέσα του συντελείται η εκδήλωση του Πνεύματος, η αναζωπύρωση και επέκτασή Του, τότε γίνεται και η πραγματική αδιάσειστη αλλαγή του (επιστροφή του άσωτου γιου στο πατρικό σπίτι). Οι αισθήσεις του αναγνωρίζουν το Πνεύμα και συντείνουν και αυτές στην καθολική κατάληψη του ανθρώπινου οργανισμού από την Πνευματική Αρχή. Το εξωτερικό σώμα του ανθρώπου πλημμυρίζεται με ζωτικότητα (επίσημο ένδυμα), την οποία είχε χάσει. Στο χέρι του εναποτίθεται εξουσία, χάρη και δύναμη (δακτύλιος). Η θέληση, η αντίληψη και η βάση του (πόδες) ισχυροποιούνται. Θείο Φως και ιδεώδη, αξίες και αρχές (μόσχος σιτευτός) εμπλουτίζουν την ύπαρξή του και αναζωογονούν πλήρως την ψυχή του, αναπληρώνοντας όλες τις δυνάμεις του.
Επέρχεται η ισορροπία, κατακτάται η ηρεμία και η Υπερκόσμια γαλήνη. Η αγαλλίαση και η ευτυχία είναι η κυριαρχούσα κατάσταση. Ο άνθρωπος, έως τώρα αμέτοχος στη Ζωή, την αποκτά. Ο νεκρός άνθρωπος των επιφανειακών γεγονότων και των εξωτερικών εφήμερων λογισμών εισέρχεται στο Πνεύμα και Ζει αδιάσπαστα από Αυτό. Ο χαμένος περιηγητής της ύλης ξαναγυρνά στην Πνευματική του Βάση. Το απολωλός ευρέθη.
Ο άνθρωπος, που υπακούει στις επιταγές της ηθικής φύσης της συνείδησης, πρέπει να ενδυναμωθεί (ευφρανθεί) και αυτός από την επιστροφή του ασώτου. Δεν πρέπει να υποπέσει στο λάθος της αρνητικής αντιμετώπισης οποιουδήποτε ανθρώπου. Δεν μπορεί η εγωιστική του επιθυμία να στερήσει από τον μετανοήσαντα την επισφράγιση της επιτυχίας του και της σωστής του απόφασης. Όταν η ηθική φύση της ψυχής παρουσιάζει τάσεις θυμού και ικανοποίησης της ατομικότητάς της, αντιπαρέρχεται την Αγάπη και την Ενότητα. Η διαρκής επαφή της με το Θεό έχει προσδώσει σ’ αυτήν δυνάμεις, εξουσίες και ικανότητες ανυπολόγιστης αξίας. Δεν της είναι απαραίτητη η πρόσθετη ενίσχυση και εξύψωση. Είναι κοντά στο Θεό και δέχεται συνεχώς τα ευεργετικά αποτελέσματα της Παρουσίας Του.
Όταν δείχνει αδιαφορία, δεν εκπέμπει Αγάπη και επιθυμεί τη δική της μόνο πρόοδο, αντιτίθεται στο Θεό και στους Νόμους. Η σκληρότητά της και η αδιάλλακτη στάση της δεν ασπάζονται το Νόμο της Συγγνώμης και του Ελέους, που σίγουρα και αυτή έχει θέσει σε κίνηση προς όφελός της. Φανερώνει αχαριστία και ηθελημένα αγνοεί τη Θεία Σφραγίδα, που βρίσκεται μέσα σε κάθε άνθρωπο και τον ωθεί στην πραγμάτωση του προορισμού του. Η ηθική φύση πρέπει να κατανοήσει, ότι όλες οι σωστές της πράξεις αποβαίνουν στη δική της εξέλιξη, στην αύξηση του δικού της Φωτός.
Ο Θεός είναι Ανενδεής. Δεν χρειάζεται κανέναν να Τον εξυπηρετήσει. Δεν έχει χρεία από κανέναν και από τίποτα. Ο άνθρωπος είναι αυτός που βρίσκεται σε μειονεκτική θέση. Αυτός έχει πέσει και χρειάζεται να αποκατασταθεί στο Θεό. Αυτός παίρνει συνεχώς. Ο Θεός γνωρίζει μόνο να προσφέρει και απαιτεί τη σωστή χρησιμοποίηση της προσφοράς Του, για το καλό του ανθρώπου πάλι. Ο Θεός τίποτα δεν κρατά για τον Εαυτό Του. Γιατί ο Εαυτός Του κατέχει τα πάντα. Ο Εαυτός Του βρίσκεται σε σμίκρυνση και περιορισμό και μέσα στον άνθρωπο.
Αν ο άνθρωπος συλλάβει το νόημα αυτής της μεγάλης και συνταρακτικής Αλήθειας, τότε σίγουρα θα φέρει στην επιφάνεια τον πραγματικό Εαυτό. Η ηθική συνείδηση πρέπει να κατανοήσει, ότι τα πάντα που ανήκουν στο Θεό, είναι και δικά της, αρκεί να εξωτερικεύσει, να φανερώσει την εσωτερική της Θεότητα. Μόνο τότε δεν θα διαχωρίζει, δεν θα θέτει στεγανά τοιχώματα, δεν θα οριοθετεί. Μόνο τότε ο άνθρωπος θα χαρίζει και θα μοιράζει απλόχερα ό,τι μπορεί από τη Θεία Πηγή του. Μόνο τότε αυθόρμητα θα γίνεται το στήριγμα στον καθέναν που σκοντάφτει, το Φως σ’ αυτόν που το επιζητά. Μόνο τότε θα νιώθει τη Θεία Χαρά να πάλλεται μέσα του, για κάθε μόριο, για κάθε κομμάτι του Εαυτού, που επιστρέφει στον Εαυτό. Στον Εαυτό, που είναι Αδιαχώριστος από τον δικό του.