Ψυχή Μου, ο Άνθρωπος της γης, ο Άνω θρώσκων Άνθρωπος, κραυγάζει με δάκρυα χαράς, με δάκρυα λύπης. Ψυχή Μου, φωνάζει με χαρά, γιατί αρχίζει να αισθάνεται, να νιώθει την Ψυχή που είναι αυτός. Φωνάζει με χαρά, γιατί τη βλέπει παντού την Ψυχή του, δεν βλέπει ανθρώπους, βλέπει την Ψυχή. Μα η Ψυχή ακόμα κλαίει, θέλει να ελευθερωθεί, θέλει να πετάξει, να πάψει να κοιτάζει από χαμηλά παγιδευμένη όπως είναι, και να καταστεί άυλο Άρωμα και να διαποτίσει την Ψυχή του Κόσμου όλου. Μα η Ψυχή του Κόσμου είσαι Συ Θεέ. Συ είσαι η Ψυχή του Ανθρώπου, Συ στενάζεις, μα ο στεναγμός έρχεται από μακριά και δεν ακούγεται. Το δάκρυ Σου χάνεται μέσα στο πέλαγος της ανθρώπινης θλίψης και κλαις γι’ αυτήν, κλαις γιατί η θλίψη της ύλης δεν αφήνει τη δική Σου χαρά να ξεχυλίσει και να απλωθεί προς τα Άνω, εκεί που αρχίζει το Άπειρο, εκεί που είσαι Ελεύθερος κι απλώνεσαι κι αγκαλιάζεις σαν Ψυχή όλο το Σύμπαν.
Ψυχή Μου, φωνάζει ο Άνθρωπος, η δική Σου φωνή είναι που ακούγεται και οι κυματισμοί της απλώνονται στο Άπειρο με δονήσεις Όμορφες, Ασύλληπτες, Άπειρες. Κάθε δόνηση έχει το δικό της χρωματισμό. Όλες μαζί σχηματίζουν μία Ασύλληπτη Αρμονία χρωμάτων και ήχου, είναι μία Θεία Μελωδία, είναι η Θεία Ομορφιά και Αρμονία του Σύμπαντος που κρύβει μα και φανερώνει όλη την Αγάπη και τη Σοφία Σου.
Ψυχή Μου, Ουράνια Ψυχή, αγκάλιασέ Με, είμαι και εγώ η Ψυχή Σου, δικό Σου κομμάτι, δικό Σου Άρωμα. Βοήθησέ Με ν’ απλώσω τα φτερά Μου, να δώσω το Άρωμά Μου, όπως και Συ αγκαλιάζεις με το θρόισμά Σου όλο το Σύμπαν, και του δίνεις Χρώμα και Άρωμα και Φωνή να Σε υμνεί. Συ είσαι ο Ύμνος της Ψυχής, Συ ο Ύμνος του Σύμπαντος, Συ ο Ύμνος της Ψυχής Μου, Συ είσαι η Ψυχή Μου.
Ψυχή του Κόσμου πώς μπορείς, πώς αντέχεις τα δάκρυα της ύλης; Συ τα παίρνεις κι αυτά και τ’ αγιάζεις και τα κάνεις μύρο, για να μπορεί ο άνθρωπος να νιώθει τη χαρά, γιατί τα δάκρυα της ύλης είναι πολύ καυτά για να τ’ αντέξει. Θα τον είχαν κάψει εάν Εσύ δεν άπλωνες το Χέρι να τα σκουπίσεις.
Κι όμως τα δικά Σου δάκρυα κυλούν, χωρίς να τα σκουπίζει αυτός που τόση Χάρη του δίνεις. Θέλεις να τον βοηθήσεις να μάθει μόνος ν’ αναπνέει το Άρωμά Σου και να μην έχει πλέον ανάγκη να κλαίει και κλαις Εσύ, γιατί βλέπεις αυτό, που ο ίδιος δεν βλέπει. Βλέπεις την άγνοια να γελά με το δικό Σου πόνο και συνεχίζεις να σκουπίζεις τα δάκρυα της ύλης, για να μπορεί ο άνθρωπος να γελά.
Τι Μυστήριο έχεις μέσα Σου Ψυχή, κι ας προσπαθείς συνεχώς να φανερώνεις το Είναι Σου και να δίνεις απ’ Αυτό παντού, όπου υπάρχει χέρι απλωμένο. Κι αυτό αρπάζει πεινασμένο, μα ευχαριστώ δεν ακούγεται. Και Συ χαμογελάς, γιατί έδωσες άλλη μία φορά, κι αυτό που έδωσες είναι αρκετό να χορτάσει πολλούς πεινασμένους. Μα είναι τόσο μεγάλη η πείνα του ενός, που δεν χορταίνει όσο κι αν πάρει. Είναι ακόρεστη, γιατί δεν γνωρίζει τον τρόπο να καταναλώσει το φαγητό που πήρε, γιατί αν γνώριζε θα έφτανε για όλους τους πεινασμένους.
Αυτό δίνεις Ψυχή, μα κανείς δεν ξέρει τι είναι. Μόνον Εσύ ξέρεις τι δίνεις κάθε φορά, δίνεις ό,τι έχεις, μα κανένας δεν κατανοεί τι παίρνει, γι’ αυτό θέλει να παίρνει συνεχώς και Συ δεν λες όχι. Αν γνώριζε όμως μία φορά τι είναι αυτό, δεν θα χρειαζόταν πάλι να ζητήσει, γιατί θα έβλεπε το Μεγαλείο Σου σ’ αυτό που δίνεις, όσο από το Μεγαλείο Σου μπορεί να δει, μα θα του ήταν αρκετό για να ζήσει.
Ένα Δάκρυ Είσαι Πατέρα, ένα Δάκρυ Ψυχής, που στάζει και κλείνει μέσα Του όλο το Σύμπαν. Δεν είσαι Δάκρυ πόνου, είσαι το Δάκρυ των Χρωμάτων και των Λουλουδιών. Η διαφάνειά Του είναι η Καθαρότητα της Ψυχής Του, τα Χρώματα που σ’ Αυτό καθρεφτίζονται είναι οι δονήσεις της Φωνής Σου που παίρνουν Χρώμα, για να κρούσουν τις Χορδές του Σύμπαντος και να σχηματίσουν τον Ύμνο της Ψυχής Σου.
Πατέρα, Ψυχή του Κόσμου, μάζεψε όλα τα Δάκρυα της Ψυχής του Ανθρώπου και κάνε τα Ύμνο του Σύμπαντος. Συ γίνε το Χρώμα Του και η Μελωδία Του, Συ Είσαι ο Ύμνος του Πατέρα.
Αμήν.
Δημοσιεύτηκε στο Δ΄ της πολυγραφημένης σειράς «Εσωτ. Χριστιανισμός».