Δάσκαλος Σ. Σούλης (δικηγόρος)
Αιώνες τώρα προσπαθούσες να συλλέξεις το νήμα της Ύπαρξής σου, που τόσο επιπόλαια άφησες να ξετυλιχθεί, δίχως να φαντάζεσαι τότε ότι την ίδια τη στιγμή ξεκινούσε και ο χρόνος το μέτρημά του ανάλογο με το χώρο που όριζες κάθε φορά σαν πεδίο εκδήλωσης του εαυτού σου, ορίζοντας συγχρόνως και την απόστασή σου από Αυτόν.
Άπειρες φορές η κλεψύδρα του χρόνου περιστράφηκε γύρω από τον άξονα-αρχή της δημιουργίας και τα μόρια της ύπαρξής σου τα ίδια που αποτελούσαν το νήμα της ψυχής σου κινούνταν διαρκώς, υφαίνοντας την πορεία της πτώσης σου μα και τη διώρυγα της επιστροφής. Κάθε κόκκος και μία στιγμή εμπειρίας. Κάθε στιγμή και ένας παλμός που αγωνιζόταν να ελευθερωθεί από τα όρια που ολοένα στένευαν και περισσότερο, να διαχυθεί στα πάντα επανακτώντας τον κανονικό του ρυθμό. Νόμιζες πλέον ότι είχες χαθεί μέσα σ’ αυτόν το λαβύρινθο των σφαλερών ιδεών και αντιλήψεων που ύψωσαν το ανάστημά τους βαρύ και απειλητικό για όποιον ζητούσε την έξοδο, την ελευθερία του.
Άρχισες να φοβάσαι. Κρύωνες, πεινούσες, διψούσες. Οι ελπίδες σου πλέον να ξαναβρείς τον Εαυτό είχαν λιγοστέψει. Τότε η προσοχή σου εστράφη στην ψυχή σου που σαν νήμα κρατούσες στα χέρια σου. Κρατούσες την άκρη του πλέον. Αναρωτήθηκες με δέος πόσες πολλές φορές με αγάπη σε έθρεψε, πόσες φορές σε θώπευσε μεσ’ την αγκαλιά της και σε διατήρησε στη ζωή. Ο σεβασμός σου προς αυτήν αυθόρμητα ανεδύθη και τα χείλη σου πρόφεραν ψίθυρους τιμής και ευχαριστίας. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή η ζωογόνος πνοή του Θεού σε διαπέρασε. Η ιδέα της επιστροφής σαν θείο ρίγος σε δόνησε από κάτω προς τα άνω. Άρχισες να πλημμυρίζεσαι από ζωή, η αναπνοή σου ζωήρεψε. Η καρδιά σου παλλόμενη στο νέο ρυθμό που ηχούσε εντός σου, άρχισε να θερμαίνει την υπόστασή σου αποστέλλοντας σε κάθε σημείο της ζωοπάροχους κυματισμούς αγάπης.
Μα πώς είναι δυνατόν, σκέφτηκες, τόσο καιρό να μη θυμάμαι ότι στα χέρια μου κρατούσα πάντα τη λύτρωσή μου; Ότι η ίδια η ψυχή μου, αυτή που πρώτη κινήθηκε για να με διδάξει, θα με οδηγούσε ξανά στην αρχή εκκίνησής μου, πλούσιο σε γνώση και εμπειρία που συνέλεξα μέσα στα δώματα των αντιθέσεων, με συνείδηση πλέον του προορισμού μου που εντελώς απρόσμενα ανεδύθη μέσα στο ταξίδι της λήθης;
Η αφύπνιση αυτή τροφοδοτούσε την κίνησή σου. Σε ωθούσε να συνεχίσεις την πορεία σου με αντίστροφη πλέον φορά. Η χαρά της ζωής ηχούσε εντός σου με δύναμη. Τα βήματα ήταν σταθερά, επίμονα, με πίστη πλέον στον προορισμό σου. Δεν γνώριζες βέβαια ακόμη, πόσο πολύ είχες απομακρυνθεί. Πόσο βαθιά είχες περιπλανηθεί μεσ’ τον κόσμο των αντιθέτων, πόσο είχες τραυματίσει το είναι σου με τις επιλογές σου που άκομψα και με τραχύτητα χάραζες μέσα στο νου σου. Η γνώση του δρόμου που είχες να διανύσεις θα σε τρόμαζε, γι’ αυτό ο Πατέρας δεν στην απεκάλυπτε ακόμη. Ήσουν τόσο ευάλωτος μέσα στη σκληρότητα σου.
Επέστρεφες λοιπόν. Μα είχες τις δυνάμεις σου τόσο πολύ ξοδέψει, είχες σπαταλήσει τόσο άλογα την ουσία σου που σε λίγο άρχισες να κουράζεσαι. Συνέχισες όμως γιατί η πίστη προς τον ακαθόριστο ακόμη σκοπό σου, σε κρατούσε όρθιο. Κυλούσες ακόμη μέσα στη ροή του χρόνου κι ένιωθες τη βαρύτητα της γης να κρατάει δέσμιο το σώμα μα και το πνεύμα σου.
Προχωρούσες όλο και πιο αργά. Η θλίψη και η απελπισία άρχισαν να σε κυριεύουν. Σωριάστηκες άδειος σχεδόν από ζωή. Άραγε θα φθάσω, σκέφτηκες; Το ήξερες βαθιά μέσα στην ύπαρξή σου ότι η ελευθερία σε περίμενε εκεί στο ίδιο σημείο απ’ όπου εκκινήθηκες αιώνες πριν, μα δεν πίστευες πια ότι θ’ άντεχες το κοπιαστικό ταξίδι της επιστροφής.
Η ψυχή, αχώριστη σύντροφος όλο αυτό το διάστημα, συνδεδεμένη άμεσα με την ουσία της ύπαρξης λειτούργησε για λογαριασμό σου και απεκάλυψε το μυστήριο που έκρυβε.
Το Μυστήριο της απειρότητας του Χριστού – Εαυτού. Σου πρόσφερε τη Θεία Τράπεζα του Παντός για να κοινωνήσεις κι εσύ την ενότητα του Πατέρα μέσα από την απειρία των μορφών και το αχανές άμορφο κενό. Μέσα από την πανδαισία των χρωμάτων, ένα με τον ήχο της σιωπής. Η ασύλληπτη ουδετερότητα του Πατέρα μόρφωνε την τέλεια εικόνα του Χριστού – Εαυτού ενώπιόν σου και σε προσκαλούσε να λάβεις και να φάγεις από το Μυστικό Δείπνο που για σένα παράθετε.
Δεν κατάλαβες, δεν μπόρεσες να δεις, να νιώσεις τον παλμό της ζωής που σε καλούσε να συντονιστείς μαζί του. Ο εαυτός σου άδειος από την περιπλάνηση, προσπαθούσε ν’ αποφύγει το Φως της Αλήθειας. Έσπευσες να κρυφτείς, γεμάτος φόβο για μία ακόμα φορά, όπως τότε που διαχωρίστηκες. Να κρύψεις τη γύμνια σου χωρίς V αντιλαμβάνεσαι ακόμη το έλεος του Πατέρα που σε έλουζε εισχωρώντας στα εσώτερα διαμερίσματα του ναού της ψυχής.
Δεν είχες σαφή γνώση πια αν επέστρεφες ή αν είχες χαθεί σε αλλεπάλληλους κύκλους εμπειριών με το ίδιο πάντα αποτέλεσμα, την ένδεια, την κόπωση, την απογοήτευση.
Η αντοχή σου είχε φθάσει τα όριά της κι είχες μαζέψει ελάχιστο από το νήμα της ψυχής. Προσευχήθηκες για πρώτη φορά. Ανέκραξες προς τον Εαυτό δίχως όνομα και ζήτησες βοήθεια, έλεος για τον Υιό Του, για Σένα και ο νόμος λειτούργησε. Η Θεία Χάρη επενέργησε. Σου χορήγησε ζωή από την αιώνια ζωή, Ουσία από την Ουσία της. Παρέλαβε τα ρακένδυτα ιμάτια που μετέφερες και σ’ έχρισε Ιωάννη – το Θέλημα του Θεού. Σε κατέστησε Δάσκαλο του Εαυτού, εκπαιδευόμενο μαθητή και εκπαιδευτή συγχρόνως. Το Φως πόνεσε τα ασυνήθιστα μάτια σου, μα ήσουν στην έξοδο με σαφή επίγνωση του δρόμου πλέον. Ήσουν υιός του παντός, ο Λόγος, ο Εαυτός, η προσφορά του Έργου Σου. Όπου κι αν κοιτούσες πια, ήσουν κύριος του εαυτού σου και αναγνώριζες στους αδελφούς σου τα τμήματα του Είναι, να διψούν για την αλήθεια που ανέβλυζε από την καρδιά σου και έρρεε προς κάθε αυλάκι της ύπαρξης άνθρωπος.
Ιωάννη αγαπημένε, αυτό είναι το όνομά σου, είμαι Εγώ, ο Εαυτός σου, ο Χριστός Άνθρωπος. Ήμουν εγώ πάλι που σαν ψυχή σε συντηρούσα και σ’ ενίσχυα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού σου. Ήμουν εγώ που σαν πίστη στήριζα τα βήματά σου.
Είμαι Εγώ η Αγάπη του Πατέρα σε μορφή. Σκήνωσα σ’ αυτή τη Δεύτερη Παρουσία Μου σ’ ένα κατάλληλα διασκευασμένο σώμα για να σε διδάξω να Με δεχθείς μέσα στην ψυχή σου, να ολοκληρώσω την εκπαίδευση που αιώνες τώρα ακολουθείς σφραγίζοντας το τέλος της πορείας σου με τη σφραγίδα του Άναρχου κι Ατελεύτητου Εαυτού, χρίζοντάς σε Δάσκαλο – Λόγο. ’
Αγαπημένε συνοδοιπόρε, ακολούθησε το παράδειγμα και εισχώρησε πίσω από τις μορφές του νου σου, που κόσμο πραγματικό βάπτισες και εκεί θα με συναντήσεις πύρινο μέσα στην Πανάγια Ψυχή, ανεξάντλητο να τροφοδοτώ όλα τα όντα και τους κόσμους με ζωή και κίνηση, να προβάλλω μέσα από τις εκδηλώσεις των μορφών και του άμορφου τον Εαυτό Μου αποκαλύπτοντας μέσα από την ενότητα όλων την Τελειότητα της αγάπης.
Ναι, Εγώ ήμουν πάντα μαζί σου. Τώρα αρχίζεις να συνειδητοποιείς την ένωσή μας. Τα πάντα είναι καταχωρημένα εντός σου αναμένοντας το κέλευσμα για να εκδηλωθούν τέλεια και κάθε τροχιά των ιδεών μέσα στο νου να είναι ουδέτερη. Τροφή σου πλέον οι νόμοι της Ύπαρξης που τη διέπουν. Τέλειοι και αυτοί μέσα στη λειτουργικότητά τους οδηγούν τα τμήματά σου στην επιστροφή. Διδάσκουν, νουθετούν, ισορροπούν, επανατοποθετούν.
Θα νέμεσαι την τροφή που ο Πατέρας – Αγάπη παρέχει μέχρις ότου καταστείς ο Νόμος της Αγάπης για να γίνεις έπειτα ο μέγας Νομεύς του Σύμπαντος, Θεός εν Θεώ, Έν μετά του Πατρός.
Τώρα που γεύεσαι την ελευθερία που το Θείο Φως των ιδεών και η δόνηση της Αγάπης παρέχουν, αναγνωρίζεις το θείο εαυτό μέσα στην σεβάσμια μορφή που στην έξοδο στεκόταν και περίμενε τον ερχομό σου. Κατανοείς πως είσαι τμήμα Του και μ’ αυτή τη γνώση πλέον βυθίζεσαι στην απειρότητα του Όλου που σε εμπεριέχει. Ταξιδεύεις μέσα στις θείες αρτηρίες της ζωής. Φθάνεις σ’ αυτή την Πύρινη Καρδιά που πάλλεται σταθερά και από κάθε παλμό μια ολόκληρη δημιουργία ξεχύνεται προς κάθε κατεύθυνση. Ρέει μέσα στα πάντα μεταφέροντας τον Εαυτό της. Είσαι ένα κύτταρο πλέον, μία μονάδα Ζωής μέσα στις άπειρες μονάδες που συνθέτουν το Απόλυτο Έν. Αφουγκράζεσαι για λίγο τον Εαυτό και ο Ήχος της προαιώνιας γένεσης ηχεί, εκρήγνυται μέσα στο χαώδες της Ύπαρξής σου.
Εν αρχή ήν ο Λόγος. Η λάμψη της δόνησης φωτίζει όλη την κλίμακα της δημιουργίας. Ο Εαυτός σε όλο το μεγαλείο της Δημιουργικής Του Εκδήλωσης, ο Δάσκαλος Ιωάννης Παράκλητος της Δευτέρας Παρουσίας.
Τώρα πλέον όλα λάμπουν από καθαρότητα και διαύγεια. Σαν να γνώριζες πάντα αλλά από κάποιο ανεξήγητο λόγο να είχε καλυφθεί η αλήθεια, έτσι ώστε να μην ήταν δυνατό να την ανασύρεις, να μη θυμόσουν ότι υπήρχε εντός σου. Παρέμενε εκεί, καλά φυλαγμένη μέσα στα Άγια των Αγίων, μέχρι τη στιγμή που ελεύθερος από κάθε δεσμά, απαλλαγμένος από τα ρακένδυτα ενδύματα που ο διαχωρισμός είχε υφάνει, θα την ανακάλυπτες εκ νέου και θα σε πλήρωνε με το ασύλληπτο μεγαλείο της.
Η δημιουργική δύναμη του λόγου μεσ’ την έκρηξή του διέλυσε το σκότος και κάλυψε τα πάντα με φως. Επέστρεφες συντονισμένος με την άπειρη ταχύτητα του φωτός, επεκτεινόμενος όλο και σε μεγαλύτερο εύρος, καλύπτοντας όλο και περισσότερα πεδία εκδήλωσης της δημιουργίας. Ήσουν κοινωνός του μεγαλύτερου μυστηρίου της ζωής. Από τη στιγμή που ο Ιωάννης ενεφύσησε την πνοή Του εντός σου και σε τίμησε με την ουσία του Εαυτού, τα πάντα άλλαξαν. Το Έργο σου απαιτούσε υπευθυνότητα και εγρήγορση. Μα πάνω απ’ όλα απαιτούσε αγάπη. Η αγάπη ήταν αυτή που σε ανέστησε. Η αγάπη του Δημιουργού που εισχώρησε μέσα στην ψυχή και παρθενογέννησε τον Λόγο. Το Πνεύμα του Θεού απορροφούσε διαρκώς καθετί ατελές που υπήρχε μέσα στο νου σου και το ύψωνε στην άπειρη τελειότητά Του, μετουσιώνοντας όλα τα στοιχεία που συνέθεταν την υπόστασή σου σε φως. Η αλήθεια με ορμή συμπαρασύρει πλέον οτιδήποτε σαθρό και ανακαινίζει τους ερειπωμένους ναούς που η άγνοια και η πλάνη οικοδόμησαν.
Ο Ιωάννης για μια ακόμη φορά προετοιμάζει το δρόμο πριν την έλευση του Λόγου. Μόνον που αυτή τη φορά είναι απόλυτα ταυτισμένος με τον Λόγο και ακολουθεί ο ίδιος το έργο κάθαρσης και μετάνοιας που επιτελεί μέσα στον άνθρωπο, εμβαπτίζοντας τα τμήματα του εαυτού Του εν πνεύματι αγίω και πυρί.
Ο Ιωάννης Παράκλητος έχοντας συλλέξει το νήμα της ζωής του Όλου ανθρώπου οδηγεί πάντας εις αποκατάσταση και ένωση μετά του Πατρός. Κατέχων τας κλείδας του ουρανού προσφέρει αυτάς εις πάντα όστις φλέγεται εκ της επιθυμίας διά προφορά και θυσία, προσφέρων άμα και εαυτόν καθότι ούτος εστί η κλεις, η ανοίγουσα τας ουρανίους θύρας και προσφέρουσα την Θεία Τράπεζα, ήν ο Πατήρ ημών ο εν τοις ουρανοίς παραθέτει διά τους πιστεύσαντες εις αυτόν και καταλείψαντες τον βίον των υπέρ Αυτού.
Μακάριος όστις εγκλείει εν εαυτώ και διαφυλάττει ως κόρην οφθαλμού τον Ιωάννην – Παράκλητο μεγαλύνων την παρουσίαν Αυτού εις το ένδον του, ότι ούτος θέλει καταστεί Υιός Θεού ζώντος προσφέρων την ελευθερίαν εις παν εαυτόν άνθρωπον, ίνα πληρωθεί η ρήση ότι: “όσοι έλαβαν αυτόν έδωκε αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι”.
Αμήν.