Δάσκαλος Γ. Λίμας (πολ. μηχανικός)
Αγαπημένοι μου, μιλήσαμε ήδη για τις έννοιες του “πλούτου” και της ανταλλακτικής διαδικασίας αγαθών και τον τρόπο με τον οποίο εμφανίζονται αυτά σαν λειτουργούσες καταστάσεις στην κάθε υπόσταση. Στο σημείο αυτό πρέπει να δείτε ότι κάθε χώρα μέσα απ’ τα δεδομένα της οικονομικής επιστήμης, παρακολουθεί διάφορα οικονομικά μεγέθη (πληθωρισμό, Α.Ε.Π., δημόσιο χρέος, αξία νομίσματος κ.λπ.) που δίνουν μία συνολική εικόνα της οικονομίας της χώρας και οδηγούν στη λήψη μέτρων διόρθωσης της εκάστοτε ακολουθούμενης πορείας, αν τα μεγέθη αυτά είναι αρνητικά.
Αυτό είναι μία σωστή στάση, που πρέπει να γίνει αντιληπτή και μέσα στην πνευματική πορεία, που ακολουθείτε όλοι σας. Αυτή είναι η στάση της “εγρήγορσης” που πρέπει κάθε υπόσταση να κρατά σ’ όλη την πνευματική πορεία. Η στάση μιας ενσυνείδητης αντικειμενικής εποπτείας όλης της πνευματικής πορείας. Όσοι μάλιστα από εσάς, ως εκπαιδευόμενοι δάσκαλοι αναλαμβάνετε την καθοδήγηση υποστάσεων, πρέπει να έχετε συνεχή παρακολούθηση της εξέλιξης των μαθητών σας, εκδηλώνοντας έτσι, πόσο έχετε εσείς οι ίδιοι κατακτήσει την εποπτεία της δικής σας πορείας.
Από τα διάφορα οικονομικά μεγέθη πρωταρχικό είναι το λεγόμενο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν μιας χώρας. Εδώ πρέπει να ξεκαθαρίσουμε την έννοια της “χώρας”, δηλαδή το “χώρο” όπου επισυμβαίνουν οι πάσης φύσεως εσωτερικές οικονομικές διαδικασίες μιας οργανωμένης κοινωνίας. Στην πνευματική γλώσσα ο “χώρος” αυτός είναι η συνειδητότητα της υπόστασης. Η χώρα εξελίσσεται οικονομικά και αντίστοιχα, η συνειδητότητα της υπόστασης εξελίσσεται πνευματικά.
Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν είναι το σύνολο των παραγομένων πόσης φύσεως αγαθών σε δεδομένη χρονική περίοδο ενός έτους. Τρία είναι τα βασικά προβλήματα που σχετίζονται με το Α.Ε.Π. Ο επακριβής προσδιορισμός του, η αύξησή του και ο τρόπος που το διαχειριζόμαστε.
Ας δούμε το πρώτο από αυτά.
Είναι γνωστό, ότι υπάρχει δυσκολία στον επακριβή προσδιορισμό του Α.Ε.Π. Αν σε μία χώρα είναι γνωστές όλες οι παραγωγικές διαδικασίες, είναι εύκολη η αποτίμηση της αξίας τους και επομένως ακριβής ο προσδιορισμός του Α.Ε.Π. Όμως στην πραγματικότητα, σε χώρες με κακή οργάνωση, δεν είναι γνωστές ή εμφανείς όλες οι παραγωγικές διαδικασίες. Τότε λέμε ότι στη χώρα ανθεί σε μεγάλο ποσοστό η παραοικονομία, δηλαδή αφανείς παραγωγικές διαδικασίες, μη υποβαλλόμενες σε φορολόγηση. Αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις καθώς συντηρεί την κατανάλωση και στερεί το κράτος, από αναγκαίους πόρους και κυρίως εκτρέπει το σύνολο του πληθυσμού από τους πραγματικούς στόχους που εμπεριέχονται στην έννοια της ανόδου του βιοτικού επιπέδου ενός λαού.
Σ’ όλα αυτά πρέπει να ρίξουμε το φως της πνευματικής κατανόησης των λειτουργουσών καταστάσεων στο ένδον της υπόστασης. Τι σημαίνει άραγε ότι σε φθίνουσα οικονομία έχουμε αύξηση της παραοικονομίας;
Σας έχω ήδη μιλήσει για τη συνεχή μετατόπιση που πρέπει να έχει κάθε υπόσταση κατά τη μαθητεία της. Αυτή η μετατόπιση που διασπά συνεχώς καθεστηκυίες τοποθετήσεις, είναι μία συνεχώς αυξανόμενη ενσυνείδητη διαδικασία. Δηλαδή όλες οι ασυνείδητες καταστάσεις του ανθρώπινου είναι, πρέπει να έλθουν στην επιφάνεια και από εν κρυπτώ διαδικασίες, αφανείς, γίνονται φανερές και ελεγχόμενες. Αυτό είναι μία εντελώς αναγκαία κατάσταση για την ενσυνείδητη μετατόπιση, δηλαδή μετάνοια και συνεπώς προς τα “άνω” πορεία.
Στην εξελικτική διαδικασία της υπόστασης εμφανίζεται το φαινόμενο μείωσης των αφανών καταστάσεων της συνείδησης και αύξησης των ενσυνείδητων επιγνώσεων. Δεν μπορούμε να ευελπιστούμε σε εξέλιξη, όσο οι καταστάσεις του είναι μας είναι αφανείς, άγνωστες δηλαδή σε μας. Πρέπει να τις γνωρίσουμε, να τις αντιληφθούμε, να τις κατανοήσουμε για να τις μεταλλάξουμε.
Αυτό δεν είναι πάντα εύκολο, γιατί γενικά η συνείδηση αντιδρά στην ανάδυση των αφανών διεργασιών, παρουσιάζοντας ένα είδος αδράνειας. Για να έχουμε μία υπέρβαση της αδράνειας, πρέπει να καταναλώσουμε φως για να αυξήσουμε την ελαστικότητα της συνείδησης. Γι’ αυτό διαχέουμε φως και στη δική μας υπόσταση και στον ευλογούμενο μαθητή λαό, διασπώντας την ανελαστικότητα της συνείδησής του.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι η παραοικονομία επενδύει συνήθως σε μη παραγωγικές διαδικασίες (ό,τι σχετίζεται συνήθως με τη γη), συντηρητικές, μη εξελικτικές επενδύσεις. Αυτή η προσκόλληση σε γήινες, χθόνιες λειτουργικότητες, εμποδίζει την αναπτέρωση της οικονομίας αλλά και της υπόστασης. Με το διαχεόμενο φως όχι μόνο αναδύονται οι καταστάσεις αλλά το σημαντικότερο, απεγκλωβίζονται από γήινες προσκολλήσεις οι λειτουργίες της συνείδησης. Και αυτό πρέπει να είναι στόχος της ευλογίας που διαχέουμε στην υπόσταση.
Οι αφανείς παραγωγικές διαδικασίες δεν συμμετέχουν στη συνολική προσπάθεια του όλου λαού, και ακριβώς γι’ αυτό η ευλογία μας πρέπει να αποτυπώνει την έννοια της συνεισφοράς κάθε τμήματος στο όλο, ώστε κανένα κομμάτι να μη μένει έξω από τη λειτουργία της ενότητας και της προσφοράς για τη συνολική εξέλιξη. Η ευλογία μας πρέπει να διαχέει τη διδασκαλία της αγάπης, της προσφοράς και της θυσίας, για την εξέλιξη του αδελφού εαυτού, στο μέτρο που αυτή η διδασκαλία της προσφοράς και της αγάπης έχει κατανοηθεί από τον ευλογούντα εκπαιδευόμενο δάσκαλο.
Η παραοικονομία επίσης τροφοδοτεί την κατανάλωση απορροφώντας κεφάλαια από τις επενδύσεις. Αυτό στην πνευματική γλώσσα σημαίνει ότι έχουμε μία κατανάλωση φωτός στη διατήρηση μιας αυτάρεσκης ικανοποίησης της συνείδησης. Αυτή η ψεύτικη εικόνα συντηρεί τις ατέλειες του είναι μας και καταβροχθίζει το όποιο φως συλλέγουμε, οικοδομώντας κατεστημένες καταστάσεις που εμποδίζουν την εξέλιξη.
Επειδή το θέμα της παραοικονομίας σχετίζεται και με το πρόβλημα του πληθωρισμού, που θα εξετάσουμε αργότερα, θα αναλύσουμε τις βαθύτερες καταστάσεις που συνδέονται με αυτό το φαινόμενο σε σχέση με τις πληθωριστικές πιέσεις που υφίσταται η οικονομία.
Ας δούμε τώρα το θέμα της αύξησης του Α.Ε.Π.
Είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα. Δεν μπορούμε να έχουμε άνοδο του βιοτικού επιπέδου μιας χώρας, ενός λαού, χωρίς αύξηση του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος.
Είναι γνωστό ότι τρεις είναι οι βασικοί συντελεστές για την οικονομία μιας χώρας. Η γη, η εργασία και το κεφάλαιο. Μια σωστή εκμετάλλευση των βασικών αυτών συντελεστών, οδηγεί σε ανοδική εξέλιξη την οικονομία. Ας δούμε, λοιπόν, τι εννοούμε με τους όρους αυτούς και ποιες οι πνευματικές αντιστοιχίες αυτών των οικονομικών όρων.
ΓΗ
Οι υλικές συνθήκες κάθε χώρας, δηλαδή το έδαφος, η μορφολογία του, η αποδοτικότητά του, η πανίδα, η χλωρίδα κ.λπ. Το υπέδαφος και ο ορυκτός πλούτος, η σεισμικότητά του, τα νερά, οι ποταμοί, οι λίμνες, οι θάλασσες, οι βιότοποι, ο αέρας, το κλίμα και οι γενικότερες κλιματολογικές συνθήκες, η γεωγραφική και γεωπολιτική γενικά θέση της χώρας κ.ά.
Αντίστοιχα για την υπόσταση: Οι υλικές συνθήκες της υπόστασης σε σχέση με το περιβάλλον (οικογενειακή κατάσταση, η χώρα στην οποία ανήκει, η φτώχεια ή ο πλούτος στον οποίο διαβιεί, οι συνήθειες που αποκτά, τα φυσικά χαρακτηριστικά που έχει ενδυθεί κ.λπ.). Ακόμη οι συναισθηματικές και άλλες εξαρτήσεις του, η θέση της υπόστασης στην κοινωνία, το σύνολο των σχέσεων με τις άλλες υποστάσεις που αναπτύσσει κατά τη διαβίωση μέσα από τις επιλογές που κάνει.
ΕΡΓΑΣΙΑ
Για τους οικονομολόγους, το υπάρχον ανθρώπινο δυναμικό μιας χώρας, η σχέση ενεργού και μη πληθυσμού, ο μέσος όρος ηλικίας του, η εκπαίδευσή του, η αποδοτικότητά του, η πειθαρχία του κατά τη συμμετοχή του στις διάφορες εργασιακές σχέσεις. Η ύπαρξη ή όχι ενός οράματος στο λαό. Η θέληση να συμβάλλει στην πραγμάτωσή του, η επιμονή, η πίστη και η δυναμικότητα του εργατικού πληθυσμού..
Αντίστοιχα για την υπόσταση με τον όρο εργασία εννοούμε το βαθμό πνευματικής ενεργοποίησης της υπόστασης, την ύπαρξη ή όχι ενός οράματος για την εξέλιξή της, την προϋπάρχουσα εκπαίδευσή της σε άλλες ή στην τωρινή κατάβασή της, την επιθυμία να εργαστεί για την πνευματική της άνοδο, την πίστη στη δυνατότητα να πραγματωθεί αυτή, την πίστη στην ύπαρξη του θείου σχεδίου, τη θέληση να συμβάλλει μέσα από τη δική της προσπάθεια στην πραγμάτωση της πνευματικής ανόδου της, την πειθαρχία στο στόχο και την εργατικότητα, μα και την αποδοτικότητά της προσπάθειάς της.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Για τους οικονομολόγους σε σχέση με μια χώρα, ο ήδη δημιουργημένος και διαθέσιμος πλούτος, ο ενεργός πλούτος και όχι ο αργός, ό,τι δηλαδή επανατροφοδοτεί την οικονομία. Αυτό μπορεί να είναι χρήμα, γνώση, οργάνωση κ.λπ.
Οι τραπεζικές καταθέσεις, τα ομόλογα, οι χρηματιστηριακοί τίτλοι κ.λπ., είναι ενεργός πλούτος, αφού μέσα από τις επενδύσεις αυτών των κεφαλαίων τροφοδοτείται με απαραίτητα κεφάλαια η οικονομία. Η τεχνογνωσία αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο. Αλλά και η ιστορία ενός λαού και ό,τι την εκφράζει αποτελεί σημαντικό πολιτιστικό αγαθό (κεφάλαιο). Τα έργα υποδομής (λιμάνια, οδικό δίκτυο, δίκτυο μεταφορών, τηλεπικοινωνιακό δίκτυο κ.λπ.) αποτελούν σημαντική μορφή κεφαλαίου. Τα μέσα παραγωγής (μηχανήματα αλλά και εγκαταστάσεις μηχανημάτων, εργοστάσια και εργοτάξια) αποτελούν σημαντική μορφή κεφαλαίου. Τέλος, το επίπεδο συνολικής οργάνωσης μιας χώρας αποτελεί την πιο σύγχρονη έκφραση μορφής κεφαλαίου για την οικονομία μιας χώρας.
Αντίστοιχα για την πνευματική κατανόηση, κεφάλαιο για την υπόσταση είναι:
Ο ήδη δημιουργημένος και μη καταναλωθείς πλούτος, η υπάρχουσα καταγεγραμμένη προσφορά για τον άνθρωπο σε αυτή η άλλη κατάβαση αποτελεί μορφή κεφαλαίου για την υπόσταση. Η εμπειρία και η γνώση που έχει συσσωρευθεί από τις καταβάσεις στη συνείδηση της υπόστασης αποτελεί το κεφάλαιο γι’ αυτήν. Ο βαθμός απορρόφησης της Θείας Διδασκαλίας αποτελεί κεφάλαιο που τροφοδοτεί την οικονομία της υπόστασης με εξελικτικά στοιχεία. Με γενικότερη θεώρηση όλη η προϊστορία της υπόστασης κάθε στοιχείο του παρελθόντος είναι εμπειρία και γνώση, δηλαδή κεφάλαιο για την υπόσταση.
Ομοίως οι ικανότητες που έχει ενδυθεί σ’ αυτή την κατάβαση σαν αποτέλεσμα κατακτήσεων του παρελθόντος είναι τα μέσα παραγωγής γι’ αυτήν, δηλαδή σημαντικό στοιχείο κεφαλαίου. Το πώς λειτουργούν τα κέντρα ζωής εντός της, πόσο ελεύθερη είναι η επικοινωνία του φωτός ανάμεσά τους είναι το αντίστοιχο των έργων υποδομής μέσα της, σημαντικό κεφάλαιο για την εξέλιξή της. Πιθανές εξελιγμένες επικοινωνίες της υπόστασης με το φως και την αλήθεια (η έμπνευση, η πνευματική όραση, ο βαθμός επικοινωνίας με το λόγο κ.λπ.) είναι το αντίστοιχο των υπαρχόντων τηλεπικοινωνιακών δικτύων μιας χώρας, μορφή σημαντικού κεφαλαίου γι’ αυτήν.
Αλλά και η οργάνωση που φέρει μέσα της η υπόσταση, η οργάνωση των πνευματικών στοιχείων της, θέμα που θα αναλυθεί αργότερα, αποτελεί προηγμένη μορφή κεφαλαίου γι’ αυτήν.
Αυτή η απλή προσέγγισή μας δείχνει ότι είναι εύκολα αναγνωρίσιμες και υπαρκτές οι πνευματικές αντιστοιχίες που αναζητούσαμε. Αυτό θα μας βοηθήσει να μπούμε σε βαθύτερη κατανόηση όλου του φαινομένου της οικονομίας μέσα στην υπόσταση.
Είναι προφανές και κατανοητό και στόχος για τους οικονομολόγους, μα και για τους πνευματικούς ανθρώπους ότι πρέπει να συνδυάσουμε τους βασικούς αυτούς συντελεστές της οικονομίας (γη, εργασία, κεφάλαιο) με τον πιο ιδανικό τρόπο για να έχουμε το καλύτερο επιθυμητό αποτέλεσμα. Αυτό απαιτεί την ύπαρξη, μα και την υλοποίηση ενός σχεδίου, που θα πραγματώνει το καλύτερο δυνατό συνδυασμό των τριών αυτών αποτελεσμάτων. Στο οργανωμένο κοινωνικό σύνολο μιας χώρας, αυτό το σχέδιο, αυτός ο σχεδιασμός είναι έργο κυρίως κυβερνητικό. Η κυβέρνηση αναλαμβάνει να συντονίσει τις προτάσεις κάθε επιμέρους φορέα εξουσίας, μέσα στην κοινωνική οργάνωση και έχει την ευθύνη του τελικού σχεδιασμού.
Αλλά ποιο είναι το κυβερνητικό σχήμα της υπόστασης;
Είναι εύκολο να δούμε ότι η διάνοια με τη λειτουργία της αντιπροσωπεύει αυτό το κυβερνητικό σχήμα. Θα δούμε αναλυτικά πώς μέσα από τις ιδέες με τις οποίες η διάνοια συντονίζεται, μορφώνει αλλά και πραγματώνει ένα σχέδιο που υλοποιείται μέσα από τις επιλογές της υπόστασης, επιλογές που καθορίζουν τη ζωή της μα και τη μορφή της εξέλιξής της.
Όμως για να προσεγγίσουμε τις κατευθύνσεις ενός οποιουδήποτε τέτοιου σχεδίου μέσα στην υπόσταση, μέσω των επιλογών της διάνοιας, ας δούμε πώς οι οικονομολόγοι μορφώνουν ένα τέτοιο σχέδιο για την οικονομία της χώρας.
Για τους οικονομολόγους το σύνολο των παραγωγικών διαδικασιών, από άποψη αντικειμένου, χωρίζεται σε τρεις κύριους τομείς.
Α. ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ
Η άμεση εκμετάλλευση των προϊόντων της γης και κάθε παραγωγική διαδικασία που σχετίζεται μ’ αυτήν (γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία, λατομεία, ορυχεία κ.λπ.).
Β. ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ
Μεταποίηση των προϊόντων του πρωτογενούς τομέα και κάθε διαδικασία που σχετίζεται .με αυτήν (βιοτεχνία, βιομηχανία κ.λπ.). Μεταφορά και διανομή αγαθών ή πρώτων υλών. Εμπόριο και κάθε διαδικασία που σχετίζεται με αυτό. (Εμπορικός τομέας που αναφέρεται στην εσωτερική αγορά και αντίστοιχα στην εξωτερική αγορά).
Γ. ΤΡΙΤΟΓΕΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ (ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ)
Γενικά η παροχή υπηρεσιών (παιδεία, επικοινωνία, πληροφόρηση, διοίκηση, δικαιοσύνη, άμυνα, διαφήμιση, έρευνα κ.λπ.).
Από άποψη απασχόλησης του ανθρώπινου δυναμικού μιας χώρας, παρατηρούμε, ότι γενικά σε εξελιγμένες οικονομικά κοινωνίες, έχουμε μια προώθηση από τον πρωτογενή στο δευτερογενή και από εκεί στον τριτογενή τομέα της οικονομίας.
Σε κάποιο βαθμό αυτό το παρατηρούμε και στη χώρα μας. Πράγματι πριν πενήντα χρόνια το 45% του ενεργού οικονομικά πληθυσμού, απορροφούσε η γεωργοκτηνοτροφία, ποσοστό που σήμερα έχει φθάσει το 27% με επιθυμητό ποσοστό 15% – 20%.
Ας δούμε τις αναλογίες αυτού του φαινομένου μέσα στην υπόσταση.
Υπάρχουν ήδη διδασκαλίες για τη λειτουργία των κέντρων μέσα στην υπόσταση. Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν κέντρα που η λειτουργία τους εκφράζει μια άμεση σχέση με τη γη. Πνευματικά, γη σημαίνει ό,τι βρίσκεται στον αντίποδα του πνευματικού. Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν αγωγοί σύνδεσης ανάμεσα στα κέντρα (οδοί μεταφοράς ενέργειας φωτός), το αντίστοιχο του οδικού δικτύου μιας χώρας. Γνωρίζουμε επίσης ότι οι λειτουργίες των κατωτέρων κέντρων (γηίνων) πρέπει να αναχθούν, (μεταποιηθούν) και οι μετουσιωμένες λειτουργίες τους ως ενέργεια ζωής να κυκλοφορήσει προς τα ανώτερα κέντρα και να τροφοδοτήσει τη λειτουργία αυτών. Το αντίστοιχο της διανομής των αγαθών μεταποίησης (βιομηχανικών αγαθών) μέσα σε μία χώρα. Αυτή η τροφοδοσία των ανωτέρων κέντρων αυξάνει την παραγωγή πνευματικών αγαθών και αναγνωρίζουμε σ’ αυτό τη μεταπήδηση εργατικού δυναμικού από το δευτερογενή στον τριτογενή τομέα (παιδεία, πληροφόρηση, έρευνα κ.λπ.).
Παρατηρούμε, λοιπόν, σε γενικές γραμμές μία αντιστοιχία στόχων. Οι οικονομολόγοι επιθυμούν μια ανάπτυξη από τον πρωτογενή στον τριτογενή τομέα (από τη χειρωνακτική εργασία στην πνευματική). Αλλά το ίδιο απαιτεί και η πνευματική πορεία, μια αναγωγή των λειτουργιών των κατώτερων κέντρων προς τα ανώτερα.
Υπάρχει όμως και η αντίστροφη πορεία π.χ. όσο αναπτύσσεται η έρευνα (τριτογενής τομέας), τόσο δίνεται η δυνατότητα παραγωγής βιομηχανικών προϊόντων (π.χ. λιπάσματα), αναπτύσσεται δηλαδή η παραγωγική διαδικασία του δευτερογενούς τομέα. Αυτά τα προϊόντα (λιπάσματα) υποβοηθούν την ανάπτυξη και την αποδοτικότητα της γεωργίας (πρωτογενής τομέας).
Το ίδιο συμβαίνει και στην πνευματική πορεία. Κάθε ανάπτυξη των ανωτέρων πνευματικών κέντρων επιχορηγεί με ενέργεια φωτός τα κατώτερα και ανάγει τις λειτουργίες τους. Έτσι έχουμε την εικόνα της ροής της ενέργειας φωτός από τα κάτω προς τα άνω και αντίστροφα.
Ήδη έχουμε προσδιορίσει ένα σημαντικό στόχο, του όλου σχεδίου, που αφορά την ανάγκη να συνδυάσουμε τους βασικούς συντελεστές της οικονομίας (γη, εργασία, κεφάλαιο) με ιδανικό τρόπο.
Για να εισχωρήσουμε όμως σε βαθύτερη κατανόηση των νόμων που διέπουν την αύξηση του Α.Ε.Π. δηλαδή του αναλαμβανόμενου Θείου Φωτός από την υπόσταση, πρέπει πια να ερευνήσουμε όλα τα θέματα που σχετίζονται με τη διαχείριση του Α.Ε.Π.
Αυτή η διαχείριση πότε τείνει σε αύξηση του Α.Ε.Π. και πότε συντελεί στη μείωσή του και επομένως στην υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου, δηλαδή στον υποβιβασμό της υπόστασης.
Προσδιορίσαμε ήδη, ότι ο ανθρώπινος νους, η διάνοιά του είναι αυτός που σχεδιάζει και ωθεί τις επιλογές της υπόστασης. Όμως ας μην ξεχνάμε ότι κάθε υπόσταση ξεχωριστά και το όλον του ανθρώπου, εκπαιδεύεται από το Θείο Νου, που είναι αυτός που κατευθύνει την όλη εξέλιξη. Ο Θείος Νους εκπαιδεύει τη διάνοια σε μετουσίωση της λειτουργίας της. Η διάνοια σταδιακά συντονίζεται με το Θείο Νου μετουσιώνοντας τη λειτουργία της. Σ’ αυτό το σημείο πρέπει να αναλυθεί η διαφορά των λειτουργιών και να γίνει κατανοητός ο τρόπος της μετουσίωσης της λειτουργίας της διάνοιας. Είναι εύκολο να αναγνωρίσουμε ότι η διάνοια, μη όντας συντονισμένη με την αλήθεια, την αναζητεί. Δηλαδή, η διάνοια αναρωτιέται για την αλήθεια, διαλογίζεται περί αυτής.
Γι’ αυτό, η κύρια λειτουργία της είναι να κρίνει, να συγκρίνει με συλλογισμούς τα δεδομένα της εμπειρίας και να συμπεραίνει περί της Αλήθειας. Αντίθετα ο Θείος Νους συντονισμένος με την απόλυτη Αλήθεια δεν διαλογίζεται περί αυτής διότι γνωρίζει, αλλά αποφαίνεται περί αυτής. Αυτή είναι η βασική διαφορά των λειτουργιών.
Η υπόσταση αναζητά εναγώνια, την κατάφαση, που περιέχει η δόνηση της απόλυτης Αλήθειας που διοχετεύει σ’ αυτήν ο Άπειρος Θείος Νους. Όμως αυτή η κατάφαση αναγνωρίζεται από την υπόσταση μόνο μετά από την εκλέπτυνσή της μέσω της εκπαίδευσης που υφίσταται.
Για να αντιληφθούμε πώς ο Θείος Νους εκπαιδεύει και κατευθύνει τη διάνοια και όλη την υπόσταση, ας δούμε πώς λειτουργεί η διάνοια στα διάφορα επίπεδα εκπαίδευσής της. Είναι απαραίτητο να συνεχίζουμε την έρευνα της διαχείρισης του Α.Ε.Π.
Είναι γνωστό ότι μέσα από τη φορολόγηση του Α.Ε.Π., το κράτος συλλέγει τα απαραίτητα έσοδα για τις δαπάνες του προϋπολογισμού του. Ας σταθούμε λίγο σ’ αυτό που περιγράφεται από το θεσμό της φορολογίας.
Με αυτόν το θεσμό η οργανωμένη κοινωνία υιοθετεί την αντίληψη ότι ως σύνολο έχει ευθύνη για παροχές προς τις λιγότερο αναπτυγμένες μονάδες του κοινωνικού συνόλου. Μέσω του κράτους ο προσωπικός πλούτος κατά ένα τμήμα του διαμοιράζεται προς τις λιγότερο ευκατάστατες μονάδες. Το κράτος γίνεται έτσι χορηγός κοινωνικών αγαθών προς όλους. Αυτή η αντίληψη είναι πρωταρχική για την πνευματική πορεία. Ο προσωπικός πλούτος δεν κατακρατείται όλος, αλλά σιγά σιγά διαμοιράζεται προς τον αδελφό. Η έννοια της κοινωνικής συμπαράστασης προετοιμάζει το έδαφος για την εκπαίδευση στην ολική προσφορά. Αλλά και μέσα στην υπόσταση, φως που παρακρατείται από τη λειτουργία ενός μόνου κέντρου προκαλεί δυσλειτουργία. ΓΓ αυτό η υπόσταση εκπαιδεύεται να διαμοιράζει το φως σ’ όλα τα στοιχεία του είναι της.
Αλλά ας δούμε πώς διαχειρίζεται το κράτος τα έσοδα από τη φορολόγηση του Α.Ε.Π.
Όμως πριν προχωρήσουμε, ας δούμε απ’ όσα εκθέσαμε και αναλύσαμε μέχρι τώρα, τι πρέπει να περιλαμβάνει μία ευλογία για την οικονομία μιας υπόστασης και βέβαια και της Ελλάδας.
1ον. Αναγωγή των λειτουργιών των κατώτερων κέντρων (γη)
2°ν. Διανομή των όντων κυκλοφορίας του φωτός από κέντρο σε κέντρο (επικοινωνία – μεταφορά).
3°ν. Δραστηριοποίηση της λειτουργίας της αναγωγής και μετουσίωσης (μεταποίηση – βιομηχανία).
4ον. Δραστηριοποίηση των λειτουργιών των ανωτέρων κέντρων (αξιοποίηση του τριτογενούς τομέα) ώστε να εμπλουτίζονται με φως αλήθειας τα κατώτερα.
5ον. Μεταφορά του πνευματικού δυναμικού στη λειτουργία των ανωτέρων κέντρων (προσανατολισμός της υπόστασης προς τη Θεία καταγωγή του).
6°ν. Ενεργοποίηση της όλης υπόστασης, ώστε να ευρίσκεται σε συνεχή εγρήγορση.