Πιστεύετε, ἵνα ἴδητε ἐκπληρουμένους τοὺς πόθους ὑμῶν, ἵνα τὰ ὄνειρα ὑμῶν καταστῶσι πραγματικότητες, ἵνα καὶ αἱ μᾶλλον ἀντίξοοι περιστάσεις μετατραπῶσιν εἰς εὐοιώνους ἐλπίδας μεστῶν ἀποτελεσμάτων ἐμπράκτου ἐφαρμογῆς.
Ὁ θέλων νὰ ἴδῃ τὰς ἐλπίδας αὐτοῦ πραγματοποιουμένας, τὰ ὄνειρα αὐτοῦ πραγματικότητας, τὰς βλέψεις καὶ πόθους αὐτοῦ ἐκπληρουμένους, ἂς ὁπλισθῇ διὰ πίστεως.
Οἱ πάντες σχεδὸν λέγουσι καθ’ ἑαυτούς: Ἔχομεν πίστιν ἀκλόνητον διὰ τὴν πραγματοποίησιν τοῦ δεῖνα σκοποῦ, ἔχομεν ἐπίσης ἀμείωτον τὴν καλὴν θέλησιν πρὸς τοῦτο καὶ ὅμως δὲν ἐπραγματοποιήθη ἐκεῖνο, ἐφ’ οὗ ἐστηρίξαμεν πάσας τὰς ἐλπίδας ἡμῶν. Διατί;
Πόσον, δυστυχῶς, οὗτοι ἀπατῶνται… Ἡ πίστις ἐπὶ τῆς ἐκπληρώσεως πράγματος τινος δὲν φέρει τὴν ἀπογοήτευσιν ποτέ, οὔτε κλονίζει τὰς πεποιθήσεις ἐκείνου, ὅστις πιστεύει ἀκραδάντως εἰς τὴν πραγματοποίησιν τοῦ ζητήματός του.
Ὅταν ἔχῃ στερρὰν πίστιν ἐπ’ αὐτοῦ, ὅταν πρὸς πραγματοποίησίν του ἐφαρμώσῃ πάντα τὰ μέσα καί ὅταν ἐπιμείνῃ μέχρι τέλους, εἰς τὸν ἐπιδιωκόμενον ὑπ’ αὐτοῦ σκοπόν, εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴν πραγματοποιηθῇ τοῦτο.
Σήμερον εἶσθε ἀπογοητευμένοι, τεθλιμμένοι, συντετριμμένοι, διότι αἱ ἐλπίδες ὑμῶν διελύθησαν, διότι αἱ Ἐπαγγελίαι μας δὲν ἐξεπληρώθησαν. Ἀλλὰ σᾶς ἐρωτῶ. Τίς ἐξ ὑμῶν εἶχε τὴν πίστιν τοσοῦτον ἀνεπτυγμένην καὶ τὴν θέλησιν τόσον στερρὰν καὶ ἀκλόνητον, ὥστε νὰ μὴ δειλιᾷ πρὸ οὐδενὸς ἐμποδίου;
Ἐὰν ἐξετάσω ὑμᾶς, θὰ κρίνω, ὅτι ἡ πίστις ὑμῶν διεσαλεύθη, ὅτι αἱ ἐλπίδες ὑμῶν κατὰ μέγα μέρος ἐγκατέλειψαν ὑμᾶς κυμαινομένους εἰς ἓν μέλλον ἀσαφὲς καὶ ἀκαθόριστον, ἄνευ πηδαλίου καὶ στηρίγματος. Καὶ διατὶ ὅλα αὐτά;
Διότι ἐδημιουργήσατε ἕνα πανύψηλον πύργον φρούδων ἐλπίδων, οἰκοδόμημα ἀκατανοήτων σκοπῶν καὶ ἐπιδιώξεων καὶ διότι ἀκόμη τὰς ἀτομικὰς ὑμῶν σκέψεις, τὰς διὰ τοῦ ὑποσυνειδήτου ὑμῶν ἐκδηλουμένας, τὰς ἐξελάβατε ὡς ἐξ Ἐμοῦ προερχομένας.
Μὴν πλησιάσητε τὴν ὀλισθηρὰν ὁδόν, διότι θὰ καταπέσητε.
Ὑμεῖς ὅμως ὄχι μόνον ἐπλησιάσατε αὐτὴν κατὰ τὸ παρελθόν, ἀλλὰ εἰσήλθατε ἐντὸς αὐτῆς ἐλαυνόμενοι ὑπὸ καταφὸρου ὁρμῆς καὶ ὡς ἀπὸ ρυτῆρος, μὴ ὁρῶντες τὰ εἰς ἕκαστον βῆμα ὑμῶν προκύπτοντα ὀλισθηρὰ καὶ κρημνώδη μέρη.
Εἴπατε, ἔχομεν πίστιν εἰς τὸ φῶς τῆς ἡμέρας, τὸ ὁποῖον θὰ ἐγείρῃ πρὸ τῆς ἀβύσσου ἕνα ἔρεισμα, ἐπὶ τοῦ ὁποίου νὰ στηριχθῶμεν καὶ βαδίσωμεν ὁμαλῶς καὶ εἴμεθα βέβαιοι, ὅτι ἡ ἐκ τοῦ ἡλίου καὶ τοῦ φωτὸς αὐτοῦ ἐκπηγάζουσα ἕλξις θέλει μᾶς συγκρατήσει ἀπὸ τοῦ νὰ πέσωμεν.
Υφίσταται ἡ ἑλκτικὴ δύναμις τοῦ ἡλίου; Μάλιστα. Πιστεύετε τοῦτο; Βεβαίως. Τότε διατὶ δὲν πιστεύτε, ὅτι ἡ ἕλξις αὕτη δὲν ἠμπορεῖ νὰ συγκρατήσῃ τὸν εἰς τὸν κρημνὸν καταπίπτοντα ἕλκουσα αὐτὸν πρὸς τὰ ἄνω; Διατί; Διότι ἡ ἕλξις αὕτη δὲν ὑφίσταται, δὲν ὑπάρχει. Ἀφοῦ ὅμως ὑπάρχει; Πῶς τοῦτο συμβαίνει;
Βεβαίως ἡ ἐστία τῆς ἕλξεως ταύτης εὑρίσκεται μακρὰν τῆς κεντρομώλου τοῦ μέρους δυνάμεως καὶ συνεπῶς ἡ ἐνέργεια αὐτῆς δὲν φθάνει μέχρις ὑμῶν. Οὕτω καὶ αἱ ἐλπίδες ὑμῶν αἱ φροῦδαι καὶ παράλογοι, αἱ ὑπαγορευθεῖσαι ἐν τινι τοῦ ὑποσυνειδήτου ὑμῶν κλονισμῷ καὶ ὑπ’ ἀσθενοῦς ψυχικῆς ἐκδηλώσεως, δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ πραγματοποιηθῶσιν.
Ὁπόταν ἐλαμβάνατε τὰς ἀνακοινώσεις ἐκείνας, αἱ ὁποῖαι κατὰ τοσοῦτον ὑμᾶς ἐκλόνισαν καὶ ἀπήλπισαν καὶ κατασυνέτριψαν, ἀποτείνατε εἰς ἑαυτοὺς τὴν ἐρώτησιν: Πιστεύομεν εἰς ὅ,τι ἀκούομεν πράγματι ἢ μήτοι καταδοκῶμεν ἐκ τῆς συμπληρώσεως τούτων νὰ στηρίξωμεν τὴν πίστιν μας;
Ἐὰν ἐπιστεύσατε, τότε θὰ εἴχατε καὶ τὴν δύναμιν νὰ πραγματοποιήσητε τὰ ἀδύνατα ταῦτα. Διότι ἡ πίστις ὑμῶν αὕτη θὰ ἐστηρίζετο ἐκ τῆς κατανοήσεως τῆς δυνάμεως, ἥτις θὰ τὴν ὑπηγόρευε καὶ ἡ Δύναμις αὕτη θὰ εὑρίσκετο ἐν Ἐμοί, Ὅστις εἰς ἕκαστον ἐξ ὑμῶν θὰ τὴν παρεῖχον.
Ποῖος ἐξ ὑμῶν ᾐσθάνθη τὴν Δύναμιν ταύτην ἐγκλειομένην ἐν ἑαυτῷ; Ποῖος ποτὲ Μὲ ἐνητένισεν ἐν τῇ πραγματικότητι καὶ μὲ ἀνοικτοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ Μὲ εἶδεν ἐμφανιζόμενον πρὸ αὐτοῦ;
Καὶ εἶναι δυνατὸν τοῦτο; Τὸ πιστεύετε; Τὸ πιστεύομεν, θὰ μοῦ εἴπητε. Τότε διατὶ δὲν τὸ ἐκτελεῖτε; Εἶναι ἀδύνατον. Τότε πῶς πιστεύετε, ὅτι εἶναι δυνατόν; Ἐλλείπει ἡ πίστις;
Δυνατὸν ναί, δυνατὸν καὶ ὄχι. Τότε, ἐὰν ὄχι, διατὶ πραγματοποιεῖτε τοῦτο; Διότι δὲν ἀρκεῖ μόνον ἡ ἁπλῆ πίστις, ὅπως δὲν ἀρκεῖ καὶ μία ἀπομεμακρυσμένη ἑστία ἕλξεως νὰ ἕλξῃ τὰ μακρὰν τῆς ἀκτῖνος τῆς δράσεώς της ἀντικείμενα. Ὁμοῦ μετὰ τῆς ἐξωτερικευομένης πίστεως δέον νὰ ὑπάρχῃ καὶ ἡ σχετικὴ ἄνοδος, ἡ ἐπαφὴ μὲ τὴν ἐνεργοῦσαν Δύναμιν.
Διὰ νὰ πραγματοποιηθῇ ὅθεν κάτι τι τόσον ἀπίθανον, ἂν ὄχι ἀδύνατον, ἔδει νὰ ὑφίσταται ἡ ἄμεσος ἐπαφὴ μετὰ τῆς δυνάμεως τῆς ἐνεργούσης καὶ μελλούσης νὰ πραγματοποιήσῃ τὸ προσδοκώμενον ἀποτέλεσμα. Ἄνευ αὐτῆς ὅμως δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ πραγματοποιηθῇ τὸ ἀποτέλεσμα ὑπὸ μόνης τῆς πίστεως. Ἔδει ὅθεν νὰ καταρτίσητε ἑαυτούς, ν’ ἀνυψωθῆτε πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς καὶ νὰ δύνασθε ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴν νὰ εὑρίσκεσθε πρὸ Ἐμοῦ καὶ μετ’ Ἐμοῦ, διὰ νὰ δύνασθε νὰ εἴπητε: Ἔχομεν πίστιν καὶ στηρίζομεν ἐπὶ τῶν καταφαινομένων ἀποτελεσμάτων τῆς δι’ ὑμῶν ἐκδηλουμένης πίστεως.
29/9/1930