«Και εφύτευσεν ο Θεός παράδεισον εν Εδέμ κατά ανατολάς και έθετο εκεί τον άνθρωπον, ον έπλασε» (Γεν. Β΄, 8).
Στα κείμενα της Παλαιός Διαθήκης η Εδέμ αναφέρεται σαν μια τοποθεσία, στην οποία κατοικούσε αρχικά ο πρώτος άνθρωπος. Στην περιοχή αυτή η ευτυχία κυριαρχούσε και καμιά σκιά δεν κάλυπτε τον άνθρωπο. Παντού υπήρχε η Μακαριότητα και η Γαλήνη. Είναι όμως δυνατόν να υπάρχει μια λέξη χωρίς σημασία στα γεμάτα σοφία αυτά κείμενα; Είναι δυνατόν η ονομασία Εδέμ να δείχνει στον άνθρωπο μόνο έναν τόπο πάνω στη γη, που δεν έχει εντοπισθεί, αλλά και να εντοπισθεί δεν θα του προσφέρει καμιά ουσιαστική βοήθεια, καμιά άνοδο; Είναι άραγε ο Θεός τόσο φιλάργυρος και τόσο γεμάτος αντιθέσεις, ώστε να τον περιορίσει Σ’ ένα μικρό χώρο, ενώ συγχρόνως τον καλεί για Συνεργάτη και Συγκυβερνήτη στα Άπειρα Σύμπαντά Του, τον προορίζει για Υιό Του ;
Η λέξη Εδέμ μεταφορικά σημαίνει τέρψη, ευχαρίστηση, που προέρχεται όχι από εξωτερικές επιδράσεις, αλλά από εσωτερικές παρορμήσεις. Συμβολίζει την αρμονική, ευχάριστη, παραγωγική κατάσταση συνείδησης. Ο πρωτόπλαστος άνθρωπος ζούσε μέσα Σ’ αυτή τη συνείδηση και εκινείτο βάσει αυτής. Είχε άλατα εφόδια για την ανάπτυξή του. Η συνείδησή του, που προερχόταν απευθείας από τον Θεό – Δημιουργό Του, περιείχε όλα τα Θεϊκά στοιχεία και τις ικανότητες που θα τον βοηθούσαν στην αυτόβουλη άνοδο και εξέλιξή του. Ο Εδεμικός άνθρωπος ήταν συντονισμένος με τον Θεό, τον Θείο Νου.
Ήταν όμως παθητικός. Δεν μπορούσε να συνειδητοποιήσει τις δυνάμεις του, που ήταν αναπόσπαστες από αυτόν. Αντλούσε ζωή από τη συνείδησή του, χωρίς να κάνει καμιά προσπάθεια να αξιοποιήσει όλες της τις Θείες δυνατότητες. Ήταν ευχαριστημένος μέσα στη Μακαριότητά του, χωρίς καμιά ανησυχία. Όμως η συνείδηση, που μέσα του υπήρχε και που απολάμβανε όλα τα ευεργετικά της αποτελέσματα, δεν μπορούσε να παραμένει αδρανής. Ο Θεός βρίσκεται σε μια συνεχή κίνηση και η Συνείδηση, που από Αυτόν απορρέει, ακολουθεί τους ίδιους Νόμους. Τα σπέρματα των Θείων ιδιοτήτων επιθυμούσαν να δημιουργήσουν δένδρα και καρπούς. Ο Θεός δώρισε στον άνθρωπο τη Μακάρια συνείδηση, με τις ευνοϊκές συνθήκες, για να τη διαφυλάξει και να την καλλιεργήσει, «εργάζεσθαι αυτόν και φυλάσσειν» (Γεν. Β΄, 15). Όμως αυτός αντίθετα παρέμενε στο ίδιο σημείο, χωρίς να κουράζεται και να επιδιώκει τίποτα παραπάνω. Μόνον όταν η δική του θέληση και εκλογή τον απόκοψε βίαια από αυτήν και του τη στέρησε, κατάλαβε τη σημασία της και τον προορισμό που άνοιγε μπροστά του. Έπρεπε να τη χάσει, για να την κατανοήσει, «και εξέβαλε τον Αδάμ και κατώκησεν αυτόν απέναντι τού παραδείσου της τρυφής» (Γεν. Γ΄, 24).
Έτσι ο άνθρωπος, που πρώτα είχε τα πάντα κάτω από τα χέρια του, πρέπει τώρα να παλέψει. Πρέπει ν’ αγωνιστεί για να αποκτήσει πάλι τη συνείδηση «Εδέμ» και τις προϋποθέσεις, που αυτή εξασφαλίζει. Ο αγώνας του όμως θα του διδάξει τις δυνάμεις του και τον Θεό, που του τις προσφέρει. Τώρα πια δεν μπορεί να φτάσει στη Μακαριότητα και στη συνείδηση «Εδέμ», χωρίς να το συνειδητοποιήσει. Κάθε βήμα του είναι απαραίτητο ενσυνείδητα να το πιστεύει και να το νιώθει, για να μπορεί ν’ ακολουθήσει το δύσκολο δρόμο του.
Ο «κήπος» του, που συμβολίζει την Πνευματική του υπόσταση, έχει λεηλατηθεί. Και το χειρότερο, ο ίδιος επέτρεψε αλλά και έπραξε τη λεηλασία του. Ο άνθρωπος τον παραμέλησε και αυτός γέμισε αγκάθια. Το έδαφος του εντελώς άγονο, χρειάζεται μεγάλη κατεργασία. Τα άνθη, για να μεγαλώσουν, χρειάζονται αδιάκοπη παρακολούθηση. Τα παράσιτα απορροφούν τις δυνάμεις του και το ζωογόνο νερό κυκλοφορεί με δυσκολία μέσα από τα συμπαγή πετρώματά του. Τα σπέρματα των Θείων ιδιοτήτων βρίσκονται ακόμα μέσα στον άνθρωπο. Όμως είναι πολύ δύσκολο να έρθουν στη γόνιμη κατάσταση που παράγει και αποδίδει, ξεπερνώντας κάθε εμπόδιο. Τα μάτια του ατενίζουν τον Κήπο της Εδέμ, που ζούσε και πρέπει να ξαναζήσει, γιατί δεν υπάρχει ζωή έξω από αυτόν. Είναι η αφετηρία της Πνευματικής ύπαρξης. Η αρχή που σίγουρα οδηγεί στο τέλος. Είναι η Συνείδηση του Θεού, την οποία πρέπει να βιώνει ο άνθρωπος, για να μπορέσει να θεωθεί.
Μόνο όταν εισέλθει στον Κήπο της Εδέμ θα εναρμονιστεί ξανά με το Θείο. Οι σκέψεις του θα πάψουν να υφίστανται, η διάνοιά του θα καταστραφεί. Η βούλησή του θα προσκυνήσει τη Θεία Βούληση και θα απορροφηθεί από αυτήν. Η είσοδος του ανθρώπου στον Κήπο θα τον φέρει σε επαφή με την Ουσία του Θεού (Εδέμ), που είναι και δίκιά του Ουσία. Τα Θεία Ιδεώδη και οι Απόλυτες καταστάσεις εισχωρούν στην ψυχή του, στο «είναι» του. Ο άνθρωπος μεταμορφώνεται. Ανέρχεται στο επίπεδο του πρώτου ανθρώπου, έχοντας αποκτήσει και την εμπειρική γνώση, καθώς και τη γνώση της Θεϊκής του ύπαρξης και των δυνατοτήτων του.
Η Μακαριότητα δεν του χρησιμεύει πια για να διαμορφώνει μια άνετη διαβίωση, αλλά για να τον ωθεί σε ενέργειες νόμιμες και σύμφωνες με τον Θεό, που συνεχώς μικραίνουν την απόστασή του από Αυτόν. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη συνείδηση «Εδέμ» απαρηγόρητος, περισσότερο γιατί έχασε κάτι, που θεωρούσε εξ αρχής δικό του. Ανώριμος, χωρίς να μπορεί να διακρίνει την πραγματικότητα, υπάκουσε στις ωθήσεις άλλων συνειδήσεων, κατασκευασμένων από τις δικές του επιθυμίες, νομίζοντας ότι εξελίσσει τον εαυτό του και πλησιάζει την ευτυχία του. Οι απογοητεύσεις θα του προσδώσουν την ωριμότητα, θα τον μεγαλώσουν, για να μπορέσει να μπει πάλι στη Θεία Συνείδηση, χωρίς να πράξει πλέον λάθη. Γεννήθηκε μέσα Σ’ αυτή βρέφος και την απαρνήθηκε. Πρέπει ενήλικος να γυρίσει, για να επωμισθεί την υπευθυνότητα, που οι δωρεές της έχουν και να την καταξιώσει.
Πώς όμως ο άνθρωπος θα βρεθεί στον τόπο της Καταγωγής του; Όταν αποσχίσθηκε, έφτιαξε το δικό του «κήπο», εντελώς ανεξάρτητο και διαφοροποιημένο. Πρέπει να τον καλλιεργήσει, για να ομοιάσει, να ταυτιστεί και αυτός με τον ένα Κήπο της Εδέμ. Ο όγκος της εργασίας του είναι μεγάλος. Το αποτέλεσμα όμως της ενσυνείδητης και σωστής δουλειάς του ακόμη μεγαλύτερο. Είναι αναγκαίο να δημιουργήσει ό,τι κατάστρεψε. Φεύγοντας από τον Κήπο πήρε μαζί του ένα κομμάτι και το κακοποίησε. Τώρα θα το επιστρέφει έχοντας προσδώσει Σ’ αυτό, ό,τι του αφαίρεσε. Δεν μπορεί να ανέλθει αφήνοντας πίσω τον «κήπο» του. Γιατί μέσα του βρίσκεται η Ουσία του Θεού, οι σπερματικές καταβολές των δυνάμεών του, η αρχή και το τέλος της Πνευματικής υπόστασης και του προορισμού του. Θα σκάψει βαθιά το έδαφος του. Θα διαρρήξει τα πετρώματα. Θα ξεριζώσει τα αγκάθια και τα παράσιτα, για να βρει την Πηγή του «Είναι» του, που θα του παρέχει τα κατάλληλα υλικά για την καλλιέργεια, «εργάζεσθαι την γην, εξ’ ης ελήφθη» (Γεν. Γ΄, 23).
Η πρώτη προσπάθεια δύσκολη και επώδυνη, χωρίς ίσως να επιφέρει μεγάλες βελτιώσεις. Θα δουλέψει, χωρίς εργαλεία , για να σπάσει το σκληρό πέτρωμα του μίσους και της αδιαφορίας. Τα πάθη θα τον περικυκλώνουν και θα τον χτυπάνε από όλες τις μεριές, γιατί ακόμη δεν μπορεί να τα αδρανοποιήσει και να τα θέσει υπό έλεγχο. Τα χέρια του θα αδυνατούν να καθαρίσουν το χώμα, που ποτιζόταν χρόνια πολλά από την αρνητική ενέργεια των λανθασμένων λογισμών, λόγων, πράξεων. Θα γεμίσει πληγές, δείγμα του πόθου του για καλυτέρευση. Θα προχωρεί όμως αδιάκοπα σε μικρές ή μεγάλες επιτεύξεις, γιατί ο άνθρωπος πάντα μπορεί αυτό που διακαώς θέλει. Θ’ αρχίσει μόνος του την ερευνητική και διορθωτική αποστολή του, γιατί πρέπει να επιδείξει τη μεταστροφή του. Και όταν πραγματικά αφιερωθεί στην καλλιέργειά του, τότε θ’ ανακαλύψει τη Θεία Πηγή του. Το Φως και η Αγάπη, που αναβλύζει από Αυτήν, θα επουλώσει τις πληγές του. Θα του χαρίσει την ικανότητα να καταλύει κάθε εμπόδιο, να κατακαίει κάθε πάθος, που παρασιτικά ζει μέσα του. Θα γίνει ο μόνιμος βοηθός του, ο πραγματικός συνεργάτης του. Ο άνθρωπος πιο ισχυρός τώρα, γιατί φορτίζεται από το Φως και την Αγάπη, εκτελεί σημαντικότερα διαβήματα, καθαρίζει μεγαλύτερες εκτάσεις. Μπορεί να ενεργεί σύμφωνα με τη φωνή της εσωτερικής Πηγής του και να αντικαθιστά τις υλικές αξίες και ιδέες του από τις δικές της υπερυψωμένες και αξεπέραστες. Το υπέδαφος του πλημμυρίζει Αγάπη και Φως, που ρέει άφθονα από την Πηγή και η παροχή του αυξάνεται όσο αυξάνεται και η ενεργητικότητα και δραστηριότητα του ανθρώπου. Το εμπλουτισμένο με Θείο Ρεύμα υπέδαφος εκβάλλει οποιαδήποτε στοιχεία ξένα προς αυτό. Τα σπέρματα, που εγκλείουν μέσα τους τη Ζωή, φυτρώνουν και δίνουν δέντρα και άνθη ομορφιάς, που συνεχώς εξελίσσεται.
Με τον τρόπο αυτό ο άνθρωπος δημιουργεί μέσα του σιγά – σιγά τον Κήπο της Εδέμ. Όταν τον τελειοποιήσει προχωρεί στη Συνείδηση «Εδέμ», τη Θεία Συνείδηση, που δεν διαχωρίζει, αλλά αγκαλιάζει, δεν αφαιρεί, αλλά προσθέτει, δεν καταβιβάζει, αλλά εξυψώνει. Βρίσκει την ισορροπία του, συμφιλιώνει τις αντιθέσεις του, ενώνει την υπόστασή του, καλύπτεται από μακαριότητα, δονείται από Αγάπη. Αποκτά την Παγγνωσία, χωρίς να έλκεται από την αίσθηση.
Την έχει γνωρίσει και έντονα θυμάται τον τρόπο που παγιδεύει και τη σκληρή μάχη που έδωσε για να τη μετουσιώσει και να την ενώσει με το Πνεύμα, ώστε να πάψει να τον περιπλέκει στα δικά της παιχνίδια, στη δική της επιπολαιότητα και ματαιότητα. Έχει πνευματοποιήσει κάθε συναίσθημα, κάθε σκέψη. Έχει εξαϋλώσει την ύλη του. Παραμένουν μέσα στο Πνεύμα του οι σπερματικές αρχές τους, που του προσδίδουν το τρισδιάστατο, χωρίς όμως να κινδυνεύει να τις αναπτύξει.
Όταν κάθε άνθρωπος αποκτήσει Συνείδηση «Εδέμ», τότε και όλη η γη θα είναι Εδέμ. Γιατί ο άνθρωπος πάντα εκδηλώνει αυτό που μέσα του έχει. Τότε μόνο ολόκληρη η ανθρωπότητα και όχι μεμονωμένες περιπτώσεις, θα βρεθεί στη συνείδηση που υπάρχουν όλες οι δυνατότητες αύξησης των Θείων ικανοτήτων. Τότε μόνο ο πλανήτης θ’ ανέλθει, όχι αποκλειστικά από τη Χάρη του Θεού και τη θυσία λίγων φωτισμένων, αλλά και με τη συμμετοχή κάθε πνευματοψυχής και της διαβίωσής της στην πανδαισία της Εδέμ, της Παγκόσμιας Συνείδησης, του Θεού.