Ἀπαραίτητον δὲ εἰς τὴν διάθρεψιν καὶ τὴν καρποφορίαν, ὡς καὶ τὴν εὐδοκίμησιν αὐτοῦ εἶναι τὰ ὑλικά στοιχεῖα, ἅτινα τοῦτο ἀπομυζᾶ εἴτε ἐκ τοῦ ἐδάφους, εἴτε ἐκ τῆς ἀτμοσφαίρας καὶ τοῦ κλίματος, εἰς ὃ τοῦτο ἐφυτεύθη. Καὶ διὰ τοῦτο βλέπομεν φυτὰ νὰ εὑδοκιμῶσι καὶ νὰ ζῶσι καρποφοροῦντα εἰς τὰ θερμὰ κλίματα τῆς διακεκαυμένης ζώνης τῆς γῆς καὶ ν’ ἀποθνήσκουν ἢ νὰ ζῶσι καχεκτικῶς εἰς τὰς εὐκράτους ζώνας ἢ νὰ μὴ δύνανται οὑδόλως ν’ ἀνθέξουν εἰς τά κατεψυγμένα κλίματα. Ὅπως καὶ τανάπαλιν, τὰ φυτὰ τὰ ζῶντα εἰς τὰς κατεψυγμένας ζώνας νὰ μὴ δύνανται οὐδόλως ν’ ἀνθέξουν καὶ νὰ ζήσωσιν εἰς τὰς εὐκράτους ἢ τὰς διακεκαυμένας.
Ἐκ τούτων ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ ζωή ἑνὸς ἑκάστου φυτοῦ διὰ νὰ συντηρηθῆ δὲν ἀπαιτεῖ ἀπλῶς τ’ ἀπαραίτητα στοιχεῖα τῆς διατροφῆς του, ἀλλὰ καὶ τοὺς εὐεπιφόρους κλιματολογικοὺς ὅρους τῆς ἀτμοσφαίρας, ἀναλόγως τῶν ὁποίων εὐδοκιμεῖ ἢ συντηρεῑται. Τοῦτο συμβαίνει οὐ μόνον εἰς τὸ φυτικὸν βασίλειον, ἀλλὰ καὶ εἰς πᾶσαν ζωϊκήν ὕπαρξιν ἐπὶ τῆς γῆς.
Ὁ λέων τῆς Ἀφρικῆς, ἢ ὁ ρινόκερως δὲν δύνανται νὰ ζήσωσιν ἐπὶ τῶν βορείων κλιμάτων, οὔτε ἡ ἄρκτος τῶν πολικῶν χωρῶν ἐπὶ τοῦ ἰσημερινοῦ. Συνεπῶς ἡ ζωὴ ἐπὶ τῆς γῆς ἢ ἐπὶ ἑκάστου πλανήτου εἶναι διάφορος, ἀναλόγως τῶν κλιματολογικῶν ἐπιρροῶν τοῦ μέρους ἢ τῶν στοιχείων, δι’ ὧν αὕτη ἀπαραιτήτως ἔχει ἀνάγκην νὰ συντηρηθῆ. Διὰ τοῦτο δὲ καὶ ἡ μορφὴ τῶν διαφόρων ζώων καὶ φυτῶν ποικίλλει οὐ μόνον ἐν τῇ ξηρᾷ καὶ τῇ θαλάσσῃ, ἀλλὰ καὶ εἰς ἀμφοτέρας ταύτας χωριστά. Ὡς δὲ γνωρίζωμεν ἐκ τῶν παλαιοντολογικῶν ἐρευνῶν τοῦ ἐδάφους τῆς γῆς, ἡ κατάστασις τῆς ἀτμοσφαίρας ἢ οἱ κλιματολογικοὶ ὅροι τῆς πρωτογενοῦς, τῆς δευτερογενοῦς, τριτογενοῦς καὶ ἀκόμη τῆς τεταρτογενοῦς ἐποχῆς, πάλιν διέφερον τῶν σημερινῶν ὅρων τῆς τωρινῆς αὐτῆς καταστάσεως. Συνεπῶς ἡ ζωὴ αὐτῆς, ὅπως καὶ ἡ ποικιλία τῶν γενῶν καὶ μορφῶν αὐτῆς, πάνυ διέφερον τῆς σημερινῆς.
Κατὰ τὴν πρωτογενῆ αὐτῆς κατάστασιν ἔζων ζῶα, ἅτινα ἐξέλειπον λόγῳ τῶν ὅρων καὶ κλιματολογικῶν συνθηκῶν τῆς δευτερογενοῦς ἐποχῆς, ὅπως καὶ ταῦτα πάλιν ἐκ τῶν συνθηκῶν καὶ ὅρων τῆς τριτογενοῦς καὶ τεταρτογενοῦς.
Κατὰ τὴν προϊστορικῆν ἐποχήν, ἓνεκα τῆς ὑπερβολικῆς θερμοκρασίας τῆς γηΐνης ἀτμοσφαίρας, διότι ὁ φλοιὸς αὐτῆς δὲν εἶχε τελείως στερεοποιηθῇ καὶ ὁ ἐγκλεισθεὶς ὑπ’ αὐτὸν πυρφόρος πυρὴν ὑπεξέκαιε τὸ λεπτότερον στρῶμα αὐτοῦ, ὡς ἐπίσης καὶ αἱ ἡλιακαῖ ἀκτῖνες τοῦ μὴ ἀποψυχραινομένου ἡλίου, διετήρουν τὴν πρωτογενῆ αὐτῶν θερμότητα. Τὰ πρῶτα φυτά, ἅτινα σήμερον εὑρίσκονται εἰς θαμνώδη κατάστασιν, ἀπετέλουν δένδρα πανύψηλα, ὧν τὸ ὕψος ὑπερέβαινε τὰ χίλια μέτρα καὶ ὁ κορμὸς αὐτῶν ἠδύνατο νὰ περιλάβῃ δι’ ὅλων τῶν ἀναπαυτικῶν μέσων πολυμελεῑς οἰκογενείας. Ἐπίσης καὶ τινα μεγαθήρια τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἔφθανον εἰς ὕψος ἀνάλογον καὶ εἰς μῆκος πέραν τῶν 200 καὶ 500 μέτρων.
Συνεπῶς καὶ ὁ ἄνθρωπος τῆς τεταρτογενοῦς ἐποχῆς ἐὰν δὲν ἠδύνατο νὰ φθάσῃ σημαντικῶς τὰ πρὸ αὐτοῦ ζήσαντα ζῶα τῆς δευτερογενοῦς καὶ τριτογενοῦς ἐποχῆς, πάντως ὅμως ἦτο ἀσυγκρίτως μεγαλύτερος καὶ εὐρωστότερος καὶ τοῦ ὑψηλοτέρου ἀναστήματος ἢ γίγαντος τῆς ἐποχῆς μας, ἢ τῆς νηπιώδους ἡλικίας τοῦ ἀρξαμένου πολιτισμοῦ αὐτοῦ.
Ὁ ἄνθρωπος δὲ οὗτος ἔδει νὰ εἶναι πελωρίων διαστάσεων ἀφ’ ἑνὸς μὲν ὅπως εὐχερῶς δύναται ν’ ἀναρριχᾶται ἐπὶ τῶν ὑπερμεγέθων δένδρων τῆς ἐποχῆς του πρὸς ἐπιζήτησιν καὶ συγκομιδὴν τῆς μόνης τροφῆς, τῶν καρπῶν, δι’ ὧν καὶ μόνον συνετηρεῖτο, ἢ νὰ ἔχῃ ἀρκετὴν ρώμην, ὅπως ἀντιπαλαίσῃ κατὰ τῶν μεγαθηρίων, ἅτινα τὸν περιεστοίχιζον. Κατὰ τὴν προϊστορικὴν δὲ ἐκείνην ἐποχὴν δὲν εἶχεν ἀνάγκην ἐνδυμάτων, οὔτε ἐφοβεῖτο τὸ ψῦχος, καθόσον ἡ θερμοκρασία διετηρεῖτο εἰς ὑψηλοτέρους βαθμοὺς καὶ κατὰ τὰς βορειοτέρας ζώνας τῆς νῦν διατηρουμένης ἐν τῷ ἰσημερινῷ. Τὰ δὲ ὑπὸ τῶν συχνῶν μετατροπῶν τοῦ ἐδάφους σχηματιζόμενα σπήλαια, ὡς καὶ τὰ ἐκ τῷ κορμῷ τῶν γηρασκομένων δένδρων χάσματα ἐχρησίμευον αὐτῷ ὡς κατοικίαι προφυλακτικαὶ ἀπὸ τὰς ἐπιδρομὰς τῶν θηρίων καὶ παντὸς ἄλλου ἐξωτερικοῦ κινδύνου.
Ὁ ἄνθρωπος οὗτος δὲν ὑστέρησεν εἰς δύναμιν τῶν ἄλλων ζωϊκῶν ὄντων, διότι ἠδύνατο δι’ ἑνὸς κτυπήματος τῆς χειρός του νὰ κατασυντρίψῃ καὶ τὸν σκληρότερον βράχον, ἢ τὴν κεφαλὴν τοῦ ἰσχυροτέρου σημερινοῦ ζώου.
Ἐκτὸς ὅμως τούτου ὁ πρωτογενὴς ἀνθρωπος οὗτος ἐνέκλειεν ἐν ἑαυτῷ τὴν ΠΝΟΗΝ τοῦ ΥΠΕΡΤΑΤΟΥ ΝΟΥ τοῦ Ἀπείρου καὶ ἠδύνατο ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴν καὶ κατὰ βούλησιν νὰ ἐπικοινωνήσῃ μετὰ Αὐτοῦ δι’ Ἐνθέου Ἀποκαλύψεως. Ἐνυπῆρχεν ἐν ἑαυτῷ ἄσβεστος ἡ ἄρτι μεταλαμπαδευθεῖσα εἰς αὐτὸν Πνευματικὴ Δὰς ἐκ τοῦ ΑΠΕΙΡΟΥ ΝΟΥ τῆς Δημιουργίας, οὕτως ὥστε κατεῖχε τὴν ἐπίγνωσιν τῶν καιρικῶν μεταβολῶν καὶ τῶν ἐπαπειλοῦντων αὐτὸν κινδύνων, κατὰ τῶν ὁποίων ἐγκαίρως προεφυλάσσετο. Διετήρει δὲ εἰς ὃλην αὐτῆς τὴν ἰκμάδα τὴν διαίσθησιν, τὴν ἕκτην αὐτὴν αἴσθησιν τοῦ ἀνθρώπου, ἥτις σὺν τῷ χρόνῳ ἐξέλειπε καὶ διετηρήθη ὡς ὑποσυνείδητον ἐν τῷ ὀργανισμῷ τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ πρῶτος οὗτος ἄνθρωπος ἀναπαρίστα ἐν σμικρογραφίᾳ τὴν Ἀπειροτελείαν τοῦ Θεοῦ Δύναμιν καὶ Ὑπόστασιν καὶ ἀντεπροσώπευε Αὐτόν, ὡς Ἐκμαγεῖον ἐπὶ τῆς γῆς. Διότι ὅπως ὁ Ἀπειροτέλειος τοῦ Θεοῦ Νοῦς, ὁ τὴν Δημιουργίαν τοῦ Κόσμου ἐπιτελέσας, ἔζη διὰ τῶν Δυνάμεων Αὐτοῦ τῶν Ζωοπαρόχων καὶ Κινητηρίων ἐν τῷ Ἀπείρῳ Κόσμῳ, διετήρει ἐν Ἑαυτῷ τὴν Ἐποπτείαν τῶν φυσικῶν νόμων καὶ λειτουργιῶν τοῦ Σύμπαντος, οὕτω καὶ ὁ άνθρωπος ἐκεῖνος ἐν τῷ σμικρογραφικῷ ἀποτυπώματι τοῦ Σύμπαντος, τῷ σώματί του, διατηρεῖ ἐν ἑαυτῷ τὴν ἐπίγνωσιν τῶν φυσικῶν του λειτουργιῶν καὶ πάσης σχέσεως αὐτοῦ μὲ τὸν ἐξωτερικὸν κόσμον.
Ὁ πρῶτος οὗτος ἄνθρωπος δὲν εἶχεν ἀνάγκην νὰ μελετήσῃ τὴν τροχιὰν τῶν ἀπειραρίθμων ἀστέρων, τῶν στροβιλιζομένων ἐν τῷ ἀπείρῳ. Δὲν εἶχεν ἀνάγκην νά μελετήσῃ τά φυσικά φαινόμενα, τὰ παραγόμενα ἐν τῷ πλανήτῃ ἐν ὧ ἔζη, εἴτε νὰ αἰσθανθῆ τὰς ἐξωτερικάς ἐπιδράσεις τῆς πνιγηρᾶς ἢ πυραυγοῦς ἀτμοσφαίρας, διότι ἡ ΠΝΟΗ, ἥτις ἐνεφυσήθη αὐτῷ ὑπὸ τοῦ ΘΕΙΟΥ ΟΝΤΟΣ δὲν κατεστάλη ὑπὸ τῶν σωματικῶν του παθῶν, καὶ ὡς Δύναμις Αὐτενεργός, διήκουσα τὸ ὑλικὸν περίβλήμά της, τὸ μικροσκοπικὸν Εκμαγεῖον ὁλοκλήρου τοῦ Σύμπαντος, ἐπεβάλλετο ἐπὶ τῶν στοιχείων τῆς φύσεως τοῦ πλανήτου του, ὡς ὁ Θεὸς ἐπιβάλλεται ἐπὶ τῶν στοιχείων ὁλοκλήρου τοῦ Σύμπαντος.
Ὁ ἄνθρωπος οὗτος ἠδύνατο οὐ μόνον νὰ ἐξουδετερώνῃ διὰ ψυχικῆς ἐπιδράσεως τὰς κατ’ αὐτοῦ ἐπιδρομὰς διαφόρων θηρίων, ἀλλά καὶ ἰοβόλων ὄφεων καὶ ἑρπετῶν τῆς ἐποχῆς του καὶ νὰ καταστήσῃ ταῦτα ἀκίνδυνα, ἀλλ’ ἠδύνατο ἀκόμη νὰ ἐπιδράσῃ ἐπὶ τῆς ἀτμοσφαιρικῆς ἀλλοιώσεως καὶ ν’ ἀπομακρύνῃ ἀπ’ αὐτοῦ τὴν συμπύκνωσιν τοῦ σχηματιζομένου νέφους ἢ νὰ προκαλέσῃ βροχὴν εἰς οἱανδήποτε ἐποχὴν καὶ ὑπὸ οἰασδήποτε ἀτμοσφαρικάς συνθήκας. Δι’ ἑνὸς βλέμματός του ἠδύνατο ἐπίσης ν’ ἀποξηράνῃ τὸ καρποφοροῦν δένδρον ἢ διὰ τῆς παρεμβάσεώς του νὰ μεταβάλλῃ ἐντὸς ἐλαχίστου χρόνου τὸν σπόρον εἰς ἀνθίζον καὶ καρποφόρον δένδρον.
7/10/1925